Σοκαριστικές μαρτυρίες για το γηροκομείο στα Χανιά: «δεμένοι, υποσιτισμένοι και σε καταστολή οι τρόφιμοι»
Αλγεινή εντύπωση προκαλούν τα όσα περιγράφει στο kathimerini.gr μία πρώην υπάλληλος του περιβόητου Γηροκομείου Χανίων για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διαβιούσαν οι ηλικιωμένοι που είχαν την ατυχία να διαβούν το κατώφλι του.
Η μαρτυρία της υπαλλήλου, η οποία ήδη έχει δώσει επίσημη κατάθεση στις Αρχές, χαρακτηρίζεται ως καταλυτική καθώς αποκαλύπτει σε όλο το εύρος της την περιφρόνηση και την εγκληματική αδιαφορία που επιδείκνυαν τα στελέχη του ιδρύματος στους ανθρώπους που ζούσαν εκεί.
Ειδικότερα, η γυναίκα, τα στοιχεία της οποίας βρίσκονται στη διάθεση του kathimerini.gr, κάνει λόγο για άθλιες συνθήκες διαβίωσης των ηλικιωμένων που είχαν να κάνουν τόσο με την ανεπάρκεια του προσωπικού όσο και με την έλλειψη ειδών πρώτης ανάγκης.
«Εργάστηκα στο ίδρυμα για έξι μήνες. Όσο ήμουν εκεί σπάνια έβλεπα γιατρό ή φυσικοθεραπευτή. Ο γιατρός ερχόταν μόνο δύο φορές την εβδομάδα. Οι νοσηλεύτριες συζητούσαν μεταξύ τους τι αγωγή να κάνουν στους ασθενείς. Μπροστά μου μία νοσηλεύτρια έλεγε ότι ξέρει τι φάρμακο να δώσει στον ασθενή πριν να της το πει ο γιατρός. Είναι δυνατόν ένας γιατρός να εξετάζει τηλεφωνικά; Να δίνει οδηγίες για έναν ασθενή μέσω τηλεφώνου; Επίσης και το νοσηλευτικό προσωπικό ήταν ανεπαρκές. Δεν είχαν πτυχίο από ΤΕΙ Νοσηλευτικής που πρέπει, αλλά από άλλες σχολές, κατώτερες. Δεν είχαν τη σωστή ειδίκευση και κρατούσαν τη ζωή των ανθρώπων στα χέρια τους» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα οργή και αποτροπιασμό προκαλούν τα όσα λέει η γυναίκα αναφορικά με τη σίτιση των ηλικιωμένων στο ίδρυμα, καθώς όπως προκύπτει από τα λεγόμενά της, το προσφερόμενο φαγητό ήταν από λίγο έως ελάχιστο.
«Το φαγητό ήταν πολύ φτωχό. Τους έδιναν νερόβραστο φαγητό χωρίς λάδι. Δεν τους έδιναν ούτε καν ένα ολόκληρο φρούτο. Έπαιρναν ένα πορτοκάλι, το έκοβαν σε κομμάτια και τους τα μοίραζαν. Τους έδιναν ένα, δύο κομματάκια. Δεν ενδιαφερόντουσαν καθόλου. Ούτε τηλεόραση τους είχαν, ούτε τους προσέγγιζαν ανθρώπινα προκειμένου να τους φτιάξουν έστω την ψυχολογία. Κανένα ενδιαφέρον. Ελπίζω τώρα η Δικαιοσύνη να ξεκαθαρίσει την κατάσταση και αυτοί που ευθύνονται να δώσουν εξηγήσεις. Θέλω να ευχαριστήσω τη δικηγόρο που μας εκπροσωπεί, για τον αγώνα που δίνει τόσο καιρό για αυτή την υπόθεση» υπογράμμισε η γυναίκα.
«Είχαν τους ανθρώπους δεμένους και νηστικούς»
Τα όσα περιγράφει στο kathimerini.gr η υπάλληλος, επιβεβαιώνει και συγγενής γυναίκας που βρέθηκε στο ίδρυμα και ύστερα από οκτώ μήνες έφυγε από τη ζωή.
Ο λόγος για την κυρία Σοφία που, όπως λέει στην «Κ», αυτά που αντίκρισε όσο η μητέρα της βρισκόταν στο ίδρυμα ήταν εγκληματικά και απερίγραπτα.
«Η μητέρα μου πέθανε μέσα σε οκτώ μήνες. Την έβαλα στο ίδρυμα τον Οκτώβριο του 2020 και μέσα σε μία βδομάδα είδα να της αλλάζουν τα φάρμακα και να την κάνουν σαν φυτό. Την δεύτερη εβδομάδα την κατέβασαν στο υπόγειο, δεμένη χειροπόδαρα και της έδιναν βαριά φάρμακα. Στο υπόγειο ήταν και άλλοι ηλικιωμένοι που ήταν επίσης δεμένοι και νηστικοί. Οι άνθρωποι φώναζαν πεινάω και μύριζαν άσχημα. Αυτά που σας λέω τα είδα μπροστά στα μάτια μου. Όταν πήγαιναν συγγενείς επίσκεψη στους δικούς τους, οι υπάλληλοι εξαφανίζονταν και έκαναν τους ανήξερους» τόνισε. Σοφία.
Αναφερόμενη στο φαγητό που προσφέρονταν από το ίδρυμα, η κυρία Σοφία υπογράμμισε πως οι υπάλληλοι έδιναν στους ανθρώπους ένα μικρό μπολάκι το οποίο περιείχε τρεις κουταλιές μίας αλεσμένης, απροσδιόριστης, τροφής.
«Το φαγητό ήταν σε ένα μικρό μπολάκι που τρώει το μωρό την κρέμα. Τους έδιναν τρεις κουταλιές αλεσμένη τροφή, δεν ξέρω τι ήταν, αλλά κρέας, ψωμί και φρούτα δεν είδα ποτέ. Απλά τρεις κουταλιές μίας αλεσμένης τροφής που δεν είχε ούτε λάδι. Η μητέρα μου, με τα φάρμακα που της έδιναν, δεν είχε καμία επικοινωνία με το περιβάλλον. Της μιλούσα και ήταν δεμένη σε ένα καρότσι. Άλλες φορές που πήγαινα πιο αργά την είχαν στο κρεβάτι δεμένη χειροπόδαρα. Όσο πήγαινα και τάιζα την μητέρα μου, τάιζα και τους άλλους παππούδες και γιαγιάδες γιατί πεινούσαν. Μιλάμε για απερίγραπτα πράγματα» κατέληξε η γυναίκα.
Υποσιτισμένοι και σε καταστολή
Τον Απρίλιο του 2021 ο Μανώλης Χουρδάκης κλήθηκε από αστυνομικούς της Ασφάλειας Χανίων να προχωρήσει σε εκταφή της μητέρας του, σχεδόν ένα χρόνο μετά τον θάνατό της. Υπήρχε καταγγελία σύμφωνα με την οποία δεν είχε πεθάνει από φυσικά αίτια. Φέρεται να είχε χτυπήσει σοβαρά το κεφάλι της στο ιδιωτικό γηροκομείο που τη φιλοξενούσε, δεν είχε ειδοποιηθεί γιατρός για να την εξετάσει και απεβίωσε έπειτα από τρεις ημέρες. Εκτοτε, όσο γίνονταν γνωστές και άλλες μαρτυρίες για υποσιτισμό και εξευτελιστική μεταχείριση τροφίμων στη δομή, αλλά δεν γίνονταν συλλήψεις, ο κ. Χουρδάκης έχανε κατά καιρούς την ελπίδα του. «Ενιωθα πολύ άσχημα», λέει. «Κάποια στιγμή διερωτήθηκα εάν κάποιος πάει να το κρύψει». Ωσπου την περασμένη Τετάρτη συνελήφθησαν επτά άτομα, μια μητέρα και η κόρη της ως ιδιοκτήτριες του γηροκομείου στα Χανιά, δύο γιατροί οι οποίοι συνεργάζονταν με τη δομή, καθώς και νοσηλευτές και διοικητικό προσωπικό. Κατηγορούνται για τους θανάτους 30 ηλικιωμένων και για άλλες οκτώ απόπειρες.
«Υπήρχε ένας τεράστιος όγκος δεδομένων που έπρεπε να διερευνήσουν οι Αρχές και νομίζω ότι έκαναν πολύ καλά τη δουλειά τους», λέει στην «Κ» ο κ. Χουρδάκης, ο οποίος μέχρι και σήμερα αναρωτιέται πώς λειτουργούσε τόσο καιρό η δομή υπό την ανοχή των αρμόδιων εποπτικών υπηρεσιών. Σύμφωνα με τη δικογραφία, στους τροφίμους φέρεται να χορηγούνταν άμεσα μετά την εισαγωγή τους και σε σταθερή βάση ισχυρά κατασταλτικά ψυχιατρικά φάρμακα χωρίς δικαιολογημένη διάγνωση, «προκειμένου να αδρανοποιηθούν οι πνευματικές τους λειτουργίες και να καμφθεί η κινητικότητά τους». Διαπιστώθηκαν κατά τους αστυνομικούς παράνομες συνταγογραφήσεις φαρμάκων ύψους τριών εκατ. ευρώ από τη δομή. Σταδιακά οι ηλικιωμένοι έχαναν την επαφή με το περιβάλλον, ήταν μονίμως ληθαργικοί και παρέμεναν καθηλωμένοι σε κρεβάτια ή σε καρέκλες και αναπηρικά αμαξίδια με τη χρήση ιμάντων και ζωνών περίδεσης. Στα σώματά τους δημιουργούνταν κατακλίσεις, οι οποίες μολύνονταν και οδηγούσαν σε ραγδαία επιδείνωση της υγείας τους.
Παρόμοια εικόνα είχε περιγράψει στην «Κ» και η δικηγόρος Μαρία Παπαδάκη. Οπως είχε πει, ο πατέρας της ήταν περιπατητικός με τη βοήθεια «π» και έτρωγε μόνος όταν μπήκε στη δομή. Η εικόνα του όμως άλλαξε απότομα, προς το χειρότερο. Οταν τον ξαναείδε ήταν δεμένος σε καρέκλα, αδυνατώντας να στηρίξει το σώμα του. Ηταν εμπύρετος με χαμηλό κορεσμό σε οξυγόνο. Πέθανε ενάμιση μήνα αργότερα. Μετά τη δική της έγκληση κατά της δομής ακολούθησαν καταγγελίες πρώην υπαλλήλων και έφοδος της Αστυνομίας στο γηροκομείο τον Μάρτιο του 2021.
Οι αστυνομικοί επεξεργάστηκαν τα δηλωθέντα φορολογικά στοιχεία της δομής και συνέκριναν τα χρήματα που κατέβαλλε για τη σίτιση με τον μέσο όρο φιλοξενούμενων ηλικιωμένων. Αντιστοιχούσε ημερήσια δαπάνη 0,55 ευρώ για σίτιση κάθε ηλικιωμένου. Βάσει κανονισμών θα έπρεπε να παρέχεται πλήρες πρόγραμμα σίτισης τουλάχιστον 1.600 θερμίδων ανά άτομο. Στη δικογραφία αναφέρεται όμως ότι η παροχή κρέατος ήταν σπάνια. Συνήθως οι ηλικιωμένοι έτρωγαν όσπρια ή ζυμαρικά, αλλά η ποσότητα του αλεσμένου φαγητού φέρεται να ήταν υποτυπώδης, μόλις ένα φλιτζάνι του καφέ ή δύο – τρεις κουταλιές. Σπάνια δίνονταν και φρούτα (συνήθως όχι πάνω από δύο φέτες πορτοκαλιού ανά άτομο), ενώ χορηγούσαν το γάλα αραιωμένο για να περιοριστούν οι δαπάνες. Σύμφωνα με τη δικογραφία, οι αστυνομικοί δεν έχουν αποκλείσει να συνδέονται και άλλοι θάνατοι ηλικιωμένων με τις συνθήκες διαβίωσής τους στη δομή. Επισημαίνουν ότι από το 2015 έως το 2021 καταγράφηκαν 293 θάνατοι φιλοξενουμένων, αλλά εξαιτίας του μεγάλου όγκου προανακριτικού υλικού και των καθυστερήσεων στη συγκέντρωση εγγράφων από άλλες υπηρεσίες δεν ήταν εφικτή η διερεύνηση όλων.