νέαΠολιτικήπρωτοσέλιδο Β

Ελληνοτουρκικά | γιατί τραβάει το σκοινί ο Ερντογάν

Τα δείγματα είχαν φανεί εδώ και καιρό και το καλό κλίμα που είχε αποτυπωθεί εκείνο το κυριακάτικο μεσημέρι στο Μέγαρο Βαχντετίν της Κωνσταντινούπολης πήγε περίπατο. Με το «Μητσοτάκης γιοκ» που αναφώνησε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «βύθισε» εκ νέου τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε νέο χαμηλό και, κάπως έτσι, έθεσε σε επιφυλακή την Αθήνα εν όψει του καλοκαιριού. Όλοι στην Αθήνα περιμένουν έναν νέο, παρατεταμένο γύρο έντασης στα Ελληνοτουρκικά. Βεβαίως, το πόσο θερμό θα είναι το καλοκαίρι μένει να φανεί, καθώς δύσκολα η Αγκυρα θα φτάσει στα «κόκκινα» του 2020, όταν φτάσαμε στο «παρά ένα» ενός κανονικού θερμού επεισοδίου.

Οι νέοι τουρκικοί λεονταρισμοί έφεραν την Αθήνα, αναπόδραστα, σε φάση ετοιμότητας. Η νέα κρίση βρήκε τον κ. Μητσοτάκη στη Βοστόνη και τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Γιάννη Οικονόμου στις Βρυξέλλες, σύντομα όμως η Αθήνα έδωσε την πρώτη απάντηση στον Ερντογάν με ένα βασικό δίπτυχο: δεν θα μπούμε σε προσωπική αντιπαράθεση, αλλά θα επιμείνουμε στις εθνικές μας θέσεις, με γνώμονα πάντα το Διεθνές Δίκαιο. Ή, όπως το έθεσε ο κ. Μητσοτάκης από το Υπουργικό Συμβούλιο της Παρασκευής «δεν έχουμε λόγο να ανοίξουμε διάλογο με το παράνομο, με το ανιστόρητο και τελικά με το αδιέξοδο. Αντίθετα, μένουμε πάντα ανοιχτοί σε κάθε προσέγγιση που εδράζεται στη διεθνή νομιμότητα, αλλά και στις σχέσεις καλής γειτονίας. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι δεν θα υπερασπιζόμαστε τα δικαιώματά μας και προφανώς δεν σημαίνει κιόλας ότι δεν θα δημοσιοποιούμε διεθνώς, σε όλα τα fora, όσα απαράδεκτα συμβαίνουν τους τελευταίους μήνες στην περιοχή μας».

Διεθνοποίηση

Και μπορεί ο κ. Μητσοτάκης να μην επιλέγει την αντιπαράθεση με τους όρους του κ. Ερντογάν, όμως είναι σαφές ότι η κυβέρνηση δεν θα αφήσει έτσι την επιχείρηση της Τουρκίας να κάνει bullying στην ευρύτερη περιοχή, επικαλούμενη το δίκαιο του ισχυρού. Η αρχή έγινε με την επιστολή στον ΟΗΕ, με την οποία δινόταν απάντηση στην επιστολή του μόνιμου Τούρκου αντιπροσώπου Φεριντούν Σινιρλίογλου από τον περασμένο Σεπτέμβριο. Τότε, η ελληνική πλευρά είχε επιλέξει να μην κλιμακώσει περαιτέρω παρά τα εξωφρενικά τουρκικά επιχειρήματα περί αποστρατιωτικοποίησης ελληνικών νησιών. Από την ώρα που η Τουρκία διέρρηξε οριστικά το μορατόριουμ, όμως, δόθηκε άμεσα η εντολή στον γενικό γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών Θεμιστοκλή Δεμίρη, ουσιαστικά, να βγάλει από το συρτάρι του την απαντητική επιστολή στον κ. Σινιρλίογλου και να την αποστείλει στον γ.γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες

Από εκεί και μετά, η μπάλα περνά στον κ. Μητσοτάκη, ο οποίος αναμένεται να θέσει το ζήτημα στα διεθνή ραντεβού που θα έχει το επόμενο διάστημα. Πρώτος σταθμός είναι η Σύνοδος Κορυφής που έχει προγραμματιστεί για τη Δευτέρα στις Βρυξέλλες, αν και το βασικό της θέμα είναι οι αποφάσεις για την ενέργεια και την απεξάρτηση από τους ρωσικούς ορυκτούς πόρους. Το επιχείρημα του κ. Μητσοτάκη προς τους Ευρωπαίους είναι ότι η Αν. Μεσόγειος είναι πλέον ένας ενεργειακός κόμβος και για την Ευρώπη, συνεπώς δεν μπορεί να διαταράσσεται το περιβάλλον σταθερότητας.

Το επιχείρημα γίνεται ακόμα πιο επίκαιρο και υπό το πρίσμα του ότι οι ηγέτες της Ε.Ε. θα συζητήσουν και για την άμυνα και την κοινή ευρωπαϊκή στρατηγική στο εν λόγω ζήτημα, το οποίο βεβαίως θα τεθεί και στην τακτική και τελευταία για τη «σεζόν» Σύνοδο Κορυφής, στις 24 Ιουνίου. Το μεγάλο ραντεβού, όμως, είναι η Σύνοδος του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, με τον πρωθυπουργό να ταξιδεύει στην ισπανική πρωτεύουσα στις 28 Ιουνίου και να μένει ως τις 30. Το μήνυμα του πρωθυπουργού συνίσταται στο ότι δεν είναι νοητό ένα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ να απειλεί ένα άλλο κράτος-μέλος, διασαλεύοντας την τάξη στο νοτιοανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας, σε μια περίοδο που απαιτείται ενότητα έναντι της Ρωσίας. 

Στην ισπανική πρωτεύουσα θα βρίσκεται και ο Τούρκος πρόεδρος, αυτή την ώρα όμως θεωρείται μάλλον απίθανο να υπάρξει κάποια επαφή των δύο ηγετών, από τη στιγμή που ο κ. Ερντογάν έχει επιλέξει και πάλι να πάει το ζήτημα σε προσωπικό επίπεδο, επανερχόμενος στη ρητορική του 2020. Θα έχει ενδιαφέρον, όμως, ποια θα είναι η αντίδρασή του σε μια περίοδο όπου η στάση του στο ζήτημα της ένταξης Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ δοκιμάζει τις αντοχές πολλών κρατών-μελών της Συμμαχίας.

Τα σενάρια

Επί του πρακτέου, πάντως, στην Αθήνα έχουν γίνει σενάρια επί χάρτου, για το τι θα πρέπει να περιμένουμε το καλοκαίρι. «Θα είναι ένα δύσκολο καλοκαίρι, καθώς έχουμε σαφή κλιμάκωση, αλλά δεν νομίζω ότι θα φτάσουμε στα επίπεδα του 2020», εκτιμά ανώτατη διπλωματική πηγή στο «ΘΕΜΑ», απηχώντας και τη θέση της κυβέρνησης ευρύτερα. Στο υπουργείο Εξωτερικών, σε συνεργασία με το υπουργείο Αμυνας, έχουν επεξεργαστεί αρκετά σενάρια κλιμάκωσης από μέρους της Αγκυρας. Ως αυτή την ώρα, όμως, επικρατέστερα θεωρούνται δύο: η ένταση των υπερπτήσεων από μέρους της Αγκυρας, αλλά και η πίεση στις μεταναστευτικές ροές.

Ηδη, οι Τούρκοι έδωσαν δείγματα με υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά, αλλά και σε απόσταση 2,5 ναυτικών μιλίων από την Αλεξανδρούπολη, ενώ έχουν εκδώσει ΝΟΤΑΜ δεσμεύοντας μεγάλες περιοχές του Αιγαίου για ασκήσεις σε μία σημαδιακή ημέρα όπως η σημερινή, που είναι η επέτειος της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης το 1453. Οσο για τις μεταναστευτικές ροές, είναι ελαφρώς αυξημένες και από τον Εβρο, αλλά και διά θαλάσσης, αν και είναι πολύ πιο ισχυρή η παρουσία του Λιμενικού σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και μπαίνει, ουσιαστικά, «στοπ» στους διακινητές.

Στα σενάρια που η Αθήνα έχει εξετάσει υπάρχουν και κινήσεις πολύ μεγαλύτερης κλιμάκωσης. Αυτά, όμως, ως τώρα είναι σενάρια επί χάρτου, καθώς η εκτίμηση είναι ότι μια ένταση της τάξης του 2020 δεν συμφέρει την Τουρκία σε καμία περίπτωση, σε αυτή τη συγκυρία. Και μπορεί η πρώτη αντίδραση εκ μέρους των ΗΠΑ να ήταν μάλλον χλιαρή πριν από μερικές μέρες, αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι μια κλιμάκωση θα μείνει αναπάντητη. Υπάρχει, δε, ένας ακόμα παράγων που μπορεί να επενεργήσει, σύμφωνα με ανάλυση κυβερνητικών πηγών, ώστε η ένταση να μη φτάσει εκ νέου σε δυσθεώρητα επίπεδα – κι αυτός δεν είναι άλλος από τον τουρισμό.

Οπως η Ελλάδα, έτσι και η Τουρκία, περιμένει ένα εξαιρετικό καλοκαίρι μετά από δύο δύσκολες τουριστικές σεζόν για την αγορά της. Σε μια περίοδο, μάλιστα, όπου η τουρκική οικονομία διάγει μάλλον τις χειρότερες μέρες της και ο πληθωρισμός χτυπά κόκκινο, η γείτων δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει τουριστικό συνάλλαγμα, την ώρα ειδικά που η ήπια στάση της έναντι της Ρωσίας την κάνει προορισμό και για Ρώσους τουρίστες. Συνεπώς, τα «ήρεμα νερά» του Αιγαίου μπορεί να μην είναι απολύτως ευφημισμός, υπό την έννοια ότι κανένας δεν θέλει αναταραχή… παρά θιν’ αλός. 

Γιατί τώρα

Το ερώτημα του… ενός εκατομμυρίου είναι γιατί ο Ερντογάν αποφάσισε σε αυτή τη συγκυρία να «πατήσει το κουμπί» και να επαναφέρει το καθεστώς της έντασης στο Αιγαίο. Με βάση τις συζητήσεις που έχει κάνει το «ΘΕΜΑ» με κυβερνητικές και διπλωματικές πηγές, προκύπτουν τρεις βασικοί άξονες για τον τουρκικό εκνευρισμό και τους συνακόλουθους λεονταρισμούς:

Ο έντονος εκνευρισμός για τη γεωπολιτική αναβάθμιση της Ελλάδας, όχι τόσο για τα χειροκροτήματα υπέρ του κ. Μητσοτάκη στο Κογκρέσο, αλλά για τον νέο ρόλο της Αλεξανδρούπολης που λειτουργεί ως ουσιαστική εναλλακτική στον ρόλο που ως τώρα είχαν τα τουρκικά Στενά, την εκτεταμένη στρατιωτική παρουσία του ΝΑΤΟ σε μια σειρά βάσεων στη χώρα μας, αλλά και την προοπτική ενίσχυσης της αμυντικής υποδομής και των ελληνικών νησιών, στο πλαίσιο της συνολικής αναβάθμισης της Ελλάδας εντός της Συμμαχίας. 

Η αδυναμία του Ερντογάν να κεφαλαιοποιήσει τον ρόλο που διαδραματίζει στο Ουκρανικό παρά τις αρχικές προσπάθειες επαναπροσέγγισης με τη Δύση. Παρά το γεγονός ότι είδε τον κ. Τζο Μπάιντεν στη Γενεύη προ μηνών, εξακολουθεί να μην έχει λάβει πρόσκληση για τον Λευκό Οίκο. Την ίδια ώρα, η Τουρκία παραμένει εξοβελισμένη από το πρόγραμμα των μαχητικών πέμπτης γενιάς F-35,  ενώ η Ελλάδα προχωρά τις διαδικασίες απόκτησης. Παράλληλα, η Τουρκία δεν μπορεί να περάσει ακόμα από το Κογκρέσο ούτε την αναβάθμιση των υφιστάμενων F-16 που έχει. 

Η προοπτική εκλογών το 2023 ή ακόμα και νωρίτερα, το φθινόπωρο, που δημιουργεί την ανάγκη εσωτερικής πόλωσης, ιδίως με δεδομένα τα οικονομικά προβλήματα. Ο Τούρκος πρόεδρος ανοίγει τη βεντάλια των διεκδικήσεων, καθώς ο ίδιος αντιμετωπίζει πρόβλημα και με τον μεγάλο αριθμό μεταναστών από τη Συρία, τους οποίους θα ήθελε να μεταφέρει σε αυτή την ουδέτερη ζώνη που επιδιώκει να δημιουργήσει στη Βόρεια Συρία. Κάπως έτσι, ανεβάζει τους τόνους και στο Αιγαίο, σε μια προσπάθεια να αποσπάσει οφέλη σε άλλα μέτωπα που τον ενδιαφέρουν ίσως και περισσότερο. Τα Ελληνοτουρκικά, δε, πάντα πουλάνε και στο εσωτερικό ακροατήριο, ιδίως αφ’ ης στιγμής ο Ερντογάν βασίζεται σε μια συμμαχία με εθνικιστικό πρόσημο με τους Γκρίζους Λύκους

protothema.gr

Μοιραστείτε την είδηση

Χρηστάλλα Κακαβελάκη

biskotto.gr