Οικονομίανέαπρωτοσέλιδο Α

Ξένες επενδύσεις | σε ακίνητα το 43,3% το πρώτο τρίμηνο

Εξακολουθούν να κυριαρχούν οι επενδύσεις σε ακίνητα ως ποσοστό επί των συνολικών άµεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) που εισρέουν στη χώρα. Κατά τη διάρκεια του φετινού πρώτου τριµήνου το µερίδιο των ακινήτων διαµορφώθηκε σε 43,3%, καθώς, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), οι αγορές ακινήτων ανήλθαν σε 520 εκατ. ευρώ και την ίδια περίοδο οι συνολικές ροές από το εξωτερικό για επενδύσεις στην Ελλάδα διαµορφώθηκαν σε 1,2 δισ. ευρώ. Συνολικά το 2023 η συνεισφορά της αγοράς ακινήτων ως ποσοστό επί του συνόλου των ξένων επενδύσεων είχε αγγίξει το 47%, καθώς επί συνόλου 4,48 δισ. ευρώ που εισέρρευσαν στην ελληνική οικονοµία, 2,1 δισ. ευρώ αφορούσαν την αγορά ακινήτων.

Όπως αναφέρει ρεπορτάζ της Καθημερινής, η τάση αυτή φαίνεται πως συνεχίζεται και κατά το δεύτερο τρίµηνο του 2024, µε την ΤτΕ να διαπιστώνει αύξηση των εισροών άµεσων ξένων επενδύσεων στην οικονοµία, καθώς τον Απρίλιο προστέθηκαν άλλα 300 εκατ. ευρώ (1,5 δισ. ευρώ το πρώτο τετράµηνο), χωρίς ακόµη να έχουν γίνει γνωστά τα στοιχεία από την αγορά ακινήτων. Θεωρείται όµως σχεδόν βέβαιο ότι θα καταγράψουν άνοδο, λόγω των αλλαγών που θεσπίστηκαν εκείνο το διάστηµα, στον θεσµό της «χρυσής βίζας». Ειδικότερα, έως την 30ή Αυγούστου οι ενδιαφερόµενοι µπορούν να κατοχυρώσουν άδεια διαµονής µε το τρέχον καθεστώς (ελάχιστο ύψος επένδυσης από 250.000 έως 500.000 ευρώ ανάλογα µε την περιοχή), αρκεί να υπογράψουν προσύµφωνο ή ιδιωτικό συµφωνητικό αγοράς ακινήτου. Από την 1η Σεπτεµβρίου και µετά το ελάχιστο ύψος επένδυσης θα αυξηθεί σε 800.000 ευρώ σε όλη την Αττική, στη Θεσσαλονίκη και στα νησιά µε τουλάχιστον 3.100 µόνιµους κατοίκους. Στην υπόλοιπη χώρα το ελάχιστο όριο θα αυξηθεί επίσης από τις 250.000 ευρώ που είναι σήµερα στις 400.000 ευρώ.

Σε ακίνητα το 43,3% των άμεσων ξένων επενδύσεων το πρώτο τρίμηνο-1

Η ΤτΕ αναφέρει ότι όπως και το 2023 έτσι και φέτος οι άµεσες ξένες επενδύσεις κατευθύνονται στους κλάδους της µεταποίησης, του χονδρικού και του λιανικού εµπορίου, των επικοινωνιών, των ακινήτων και των µεταφορών και στην πλειονότητά τους προέρχονται από τη Γερµανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και το Χονγκ Κονγκ. Ειδικά, η τελευταία χώρα προέλευσης «προδίδει» και την κατεύθυνση των κεφαλαίων προς την αγορά ακινήτων, καθώς πρόκειται κατά κανόνα για πολίτες από την Κίνα που αγοράζουν ακίνητα στην Ελλάδα για να προλάβουν τις αλλαγές στο καθεστώς της «χρυσής βίζας».

Πάντως, θα πρέπει να σηµειωθεί ότι η εξέλιξη αυτή προβλέπεται να περιορίσει κατά ένα σηµαντικό ποσοστό και την πορεία των επενδύσεων των ξένων σε ακίνητα, ιδίως κατά το δεύτερο εξάµηνο του έτους. Ετσι είναι αρκετά πιθανό να παρατηρηθεί µείωση του ποσοστού των ακινήτων επί του συνόλου των άµεσων ξένων επενδύσεων έως το τέλος του 2024. Ηδη κατά το πρώτο τρίµηνο του έτους η αύξηση που σηµειώθηκε στις επενδύσεις σε ακίνητα σε ετήσια βάση ήταν µονοψήφια, καθώς η άνοδος έναντι του αντίστοιχου περυσινού διαστήµατος ήταν µόλις 4,6% σε 520 εκατ. ευρώ, από 497 εκατ. ευρώ το 2023.

Στον αντίποδα, σύµφωνα µε την ΤτΕ, το 2024 οι άµεσες ξένες επενδύσεις στο σύνολο της οικονοµίας αναµένεται να κινηθούν ανοδικά, αντιστρέφοντας έτσι την πτωτική τάση που παρατηρήθηκε το 2023. Οπως αναφέρεται στην έκθεση για τη νοµισµατική πολιτική που δηµοσιεύτηκε την προηγούµενη εβδοµάδα, «η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να χρηµατοδοτήσει την απόκλιση µε εισροή κεφαλαίων µέσω επενδύσεων χαρτοφυλακίου και ξένων άµεσων επενδύσεων. Συνεπώς, η υλοποίηση µεταρρυθµίσεων που βελτιώνουν το επιχειρηµατικό περιβάλλον και τη λειτουργία του δηµόσιου τοµέα θα βοηθήσει την εισροή ξένων επενδυτικών κεφαλαίων. Τα κεφάλαια αυτά, εφόσον αφορούν ξένες άµεσες επενδύσεις και κατευθύνονται σε παραγωγικούς τοµείς της οικονοµίας, θα µπορούν όχι µόνο να χρηµατοδοτήσουν την απόκλιση εγχώριων αποταµιεύσεων-επενδύσεων, αλλά και να βοηθήσουν στην αναβάθµιση του παραγωγικού δυναµικού της χώρας και στη διάχυση νέων τεχνολογιών και µορφών οργάνωσης της παραγωγής, µε θετικές µεσοµακροπρόθεσµες επιδράσεις στην ελληνική οικονοµία», επισηµαίνεται.

Επιχειρώντας να εξηγήσει την πτώση των άµεσων ξένων επενδύσεων που παρατηρήθηκε το 2023 (και είχε ως αποτέλεσµα να αυξηθεί σηµαντικά και το µερίδιο των ακινήτων ως ποσοστό επί του συνόλου), η ΤτΕ αναφέρει ότι αυτή ήταν απόρροια της ανατίµησης του ευρώ κατά 3,9%, κάτι που είχε αρνητική επίδραση στην ανταγωνιστικότητα. Ακόµη ένας λόγος ήταν η διατήρηση της αυξηµένης αβεβαιότητας και των εντεινόµενων γεωπολιτικών κινδύνων. Παράλληλα, σε όρους διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας η κατάταξη της Ελλάδας στους σύνθετους σχετικούς δείκτες παρουσιάζει στασιµότητα ή και υποχώρηση µετά την αποτύπωση µεγάλης προόδου την προηγούµενη περίοδο (2020-2022).

moneyreview.gr

Μοιραστείτε την είδηση

Χρηστάλλα Κακαβελάκη

biskotto.gr