νέαΤέχνες & Πολιτισμός

«Ο έρωτας είναι η ζωή» | συνέντευξη Π. Πράντζιου

Ο συγγραφέας Πασχάλης Πράντζιος σε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με την Άννα Μουσογιάννη, με έναυσμα το νέο του βιβλίο «τριάντα έξι ώρες βροχής» από τις Εκδόσεις Κλειδάριθμος.

1) Τριάντα έξι ώρες βροχής από τις Εκδόσεις «Κλειδάριθμος». Ποιο ήταν το έναυσμα,  για να γραφτεί αυτό το βιβλίο, πώς δηλαδή επιλέξατε τον μύθο της Φαίδρας και του Ιππόλυτου και πώς προέκυψε αυτός ο τίτλος;

Υπήρχε καιρό στο μυαλό μου η σκέψη να γράψω ένα μυθιστόρημα με κύριο πρωταγωνιστή τον έρωτα. Ένα αμιγώς δηλαδή ερωτικό μυθιστόρημα, δεδομένου ότι το ερωτικό στοιχείο υπήρχε και στα άλλα μου βιβλία. Αν μεταξύ τον μύθων επέλεξα αυτόν της Φαίδρας, είναι γιατί σε όσες μεταγραφές του μύθου μελέτησα (Ευριπίδης, Σενέκας, Ρακίνας, Ρίτσος, Σάρα Κέην κ.α) ήμουν πάντοτε με το μέρος της Φαίδρας. Αυτήν κατανοούσα πιο πολύ απ’ όλους, αυτήν δικαίωνα στη συνείδησή μου, την ένιωθα ως τη μεγάλη αδικημένη της ιστορίας, και όλα αυτά συντέλεσαν στο να γίνει ένα από τα πιο κοντινά μου θεατρικά πρόσωπα. Αυτή την αδικία προς το πρόσωπό της, που αντιμετωπίστηκε με τόση σκληρότητα στις ποικίλες μεταγραφές του μύθου, θέλησα να αποκαταστήσω στο μυθιστόρημα αυτό. Αισθάνθηκα πως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, για να δικαιωθεί ο έρωτας που αισθάνθηκε αυτή η γυναίκα. Όσο για τον τίτλο, οι τριάντα έξι ώρες βροχής αποτελούν την έναρξη μιας γνωριμίας που με το πέρασμα του χρόνου έφεραν στη ζωή της Φαίδρας τον Ιππόλυτο.

2) Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο, προσωπικά,  μου είχε εγείρει πολλά ερωτήματα και με έφερε σε προσωπικά διλήμματα. Μιλάει για την ηθική, για τον έρωτα, για την αγάπη και τις αξίες. Τελικά τι είναι; Φιλοσοφικό ανάγνωσμα ή απλώς ένα μυθιστόρημα που μας περιγράφει μια ερωτική ιστορία;

Ένα μυθιστόρημα έχει τόσες ερμηνείες όσες και οι αναγνώσεις του. Ο τρόπος πρόσληψης εξαρτάται από την παιδεία του κάθε αναγνώστη, το τι βλέπει και τι δεν βλέπει τελικά σε ένα βιβλίο κανείς. Αντιστοίχως, και η παιδεία του συγγραφέα δημιουργεί τις προεκτάσεις του μυθιστορήματος που γράφει. Σ’ ένα βιβλίο, ο υποψιασμένος αναγνώστης μπορεί να διακρίνει τις καταβολές του συγγραφέα, τις αναγνωστικές του επιρροές, το πνευματικό του υπόβαθρο, τις σπουδές του, τις εμπειρίες του, τα πάντα… Το τριάντα έξι ώρες βροχής είναι ένα μυθιστόρημα που μεταπλάθει έναν μύθο της αρχαιότητας, καθιστώντας τον σύγχρονο, ένα μυθιστόρημα που παρουσιάζει τη δύναμη του ερωτικού συναισθήματος και εμβαθύνει στις επιλογές της ανθρώπινης φύσης.

3) Ο έρωτας, άραγε, διαχωρίζεται σε ηθικό και ανήθικο ή είναι και τα δύο συνάμα; Ο Σωκράτης, στο Συμπόσιο του Πλάτωνα είχε τελικά δίκιο; Ο έρωτας είναι γιος τη Πενίας και του Πόρου; Το άσχημο δηλαδή και το όμορφο συνυπάρχουν σε αυτόν ή είναι (σε μια παράφραση του Ουγκώ που αναφέρεται στην αγάπη) απλώς «ασπασμός αγγέλων προς τα άστρα»;

Ξέρετε, οι άνθρωποι πολύ συχνά βαφτίζουν ηθικό το ανήθικο και ανήθικο το ηθικό. Είναι πολλές οι παράμετροι που πρέπει να ληφθούν, για να καταλήξει κανείς στο ένα από τα δύο, δεδομένου ότι η έννοια της ηθικής από εποχή σε εποχή αλλάζει πρόσημο. Ο έρωτας στέκει πάνω από ανάλογους χαρακτηρισμούς. Ο έρωτας είναι έρωτας και έχει τις δικές του προσλαμβάνουσες. Όταν μιλάμε για το Συμπόσιο του Πλάτωνος, πρέπει να έχουμε υπόψιν πως το εμβληματικό αυτό έργο έχει διατρέξει τους αιώνες και ο χρόνος αδιαμφισβήτητα έχει αποδείξει την αξία του. Δεν θα τολμούσα ποτέ όχι μόνο να το αμφισβητήσω αλλά και να σκεφτώ να αμφισβητήσω ένα έργο ανάλογης φιλοσοφικής αξίας. Όσον αφορά στον μύθο της Πενίας και του Πόρου που γέννησαν τον Έρωτα, θα επισημάνω απλώς πως, σε όλα τα έργα του Πλάτωνα, ο φιλοσοφικός μύθος δεν αποτελεί την έναρξη του διαλόγου, τον συναντάμε συνήθως στη μέση ή στο τέλος, όχι όμως στο σημείο που η διαλεκτική δεν έχει ακόμη ανοίξει. Θα σας παραπέμψω στη ρήση ενός εκ των μελετητών του Πλάτωνα, αναφέρομαι στον Ι. Θεοδωρακόπουλο, σύμφωνα με τον οποίο ο φιλοσοφικός μύθος έρχεται να ερμηνεύσει το ανερμήνευτο, να ιστορήσει το ανιστόρητο και να χρονώσει το άχρονο. Ο έρωτας είναι η ζωή, δεν στέκει απέναντί της, είναι ο ίδιος ζωή, γιατί την γεννά κι όπως στη ζωή υπάρχει το όμορφο και το άσχημο, έτσι συμβαίνει και στον έρωτα. Όσο για τον Ουγκώ, θα σας απαντήσω παραφράζοντας ένα άλλο του απόφθεγμα: ο έρωτας είναι η κραυγή της αυγής και ο ύμνος της νύχτας!

4) Ποια η θέση σας για τον απαγορευμένο έρωτα, υφίσταται ή απλά είναι μια ψευδαίσθηση που φουντώνει από ένα «δεν πρέπει». Σα να ρίχνεις βενζίνη και να ανάβεις ένα σπίρτο, κρατάει τόσο όσο…

Ψευδαίσθηση, ούτως ή άλλως, μπορεί να είναι το κάθε τι που ζούμε, άρα γιατί να μην είναι και ο έρωτας μία αυταπάτη; Ένας κήπος γεμάτος αυταπάτες ο Έρωτας, αφού κατά βάση την αυταπάτη ερωτεύεται κανείς, καθώς πιστεύει, όταν είναι ερωτευμένος, πως ο έρωτάς του θα κρατήσει για πάντα. Τα πράγματα είναι απλά. Όταν ο έρωτας είναι απαγορευμένος έχει μεγαλύτερη διάρκεια από τον έρωτα που σε ένα άλφα διάστημα καταλήγει σε μια εκκλησία ή σε ένα δημαρχείο, για να διαιωνίσουν στη συνέχεια οι ερωτευμένοι το είδος. Η απαγόρευση ενδυναμώνει το συναίσθημα, του δίνει το νήμα, για να προχωρήσει σε βαθύτερα μονοπάτια.

5) Το βιβλίο αυτό ως προς τη δομή μου θύμισε τον, κατά Αριστοτέλη, ορισμό για το «τι εστί τραγωδία». Με φόντο, κυρίως τη βίλλα, θα μπορούσα να το φανταστώ σε ένα αρχαίο θέατρο. Ο Μένης είναι ο προσωποποιημένος «από μηχανής θεός», ο χορός είναι οι σκέψεις και οι πρωταγωνιστές μάς προκαλούν έντονα και πολλά διαφορετικά συναισθήματα, για να καταλήξει στο : « δι’ ελέου και φόβου περαίνουσα την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν». Συμφωνείτε με αυτό; Θα μπορούσαμε, άραγε να το δούμε ως θεατρικό; Συνειδητή επιλογή ή η ροή της ιστορίας σας οδήγησε σε αυτή την κλιμάκωση;

Αν λάβουμε υπόψιν πως ο λογοτεχνικός μύθος της Φαίδρας και του Ιππόλυτου βρήκε την έκφρασή του για πρώτη φορά στο αρχαίο θέατρο μέσα από τα έργα του Ευριπίδη και του Σοφοκλή και συνεχίστηκε στη μεταχριστιανική εποχή στο ρωμαϊκό θέατρο με τον Σενέκα και στο θέατρο του γαλλικού κλασικισμού με τον Ρακίνα, αντιλαμβάνεστε πως οι ρίζες του είναι βαθιά θεατρικές. Παρότι στη δική μου περίπτωση αξιοποίησα το μυθιστορηματικό είδος, για να μεταγράψω τον μύθο εντάσσοντάς τον στο πλαίσιο της σύγχρονης εποχής, στο μυαλό μου δεν έπαψε να λειτουργεί ως βάση η αρχαία τραγωδία. Ένιωσα την υποχρέωση να υπηρετήσω το τραγικό είδος από σεβασμό στους προκατόχους της τέχνης. Επιπλέον, όλα τα είδη της λογοτεχνίας έχουν τις ρίζες τους στην τραγωδία, άρα και το μυθιστόρημα, υπό μία έννοια, μετεξέλιξη του αρχαίου θεάτρου είναι. Συνεπώς, η επιλογή μου ήταν καθαρά συνειδητή, να μεταγράψω τον μύθο σε αυτή τη βάση, προσθέτοντας καινοτόμα στοιχεία, ικανά να δημιουργήσουν διακειμενικό διάλογο με τα προηγούμενα έργα. Όσον αφορά στο ερώτημά σας για την έννοια της κάθαρσης, το γεγονός ότι είναι συνδεδεμένη με το αρχαίο δράμα, δεν αναιρεί την αναγκαιότητα της ύπαρξής της σ’ ένα μυθιστόρημα αλλά και στην τέχνη ευρύτερα. Με δεδομένο, λοιπόν, πως η απαλλαγή του αναγνώστη από τα συναισθήματα του ελέους και του φόβου που δημιουργούνται κατά την αναγνωστική διαδικασία, συνιστά κάθαρση, η ολοκλήρωση του βιβλίου οδηγεί στην εκπλήρωση αυτού του σκοπού, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την ερώτησή σας. Όσον αφορά στον μετασχηματισμό του έργου μου σε θεατρικό, θα έλεγα πως οποιοδήποτε κείμενο γεννάται μέσα από το θέατρο μπορεί εύκολα να αλλάξει μορφή και από μυθιστόρημα να γίνει θεατρικό έργο.

6) Οι πρωταγωνιστές, δημιουργούν ανάμικτα συναισθήματα στον αναγνώστη, άλλοτε ταυτίζεται μαζί τους και άλλοτε αποστασιοποιείται. Υπάρχει κάποιος από τους πρωταγωνιστές που να συμπαθούσατε παραπάνω και που στην πραγματική ζωή θα μπορούσατε να κάνετε παρέα;

Νομίζω πως τα ανάμικτα συναισθήματα που δημιουργούνται στον αναγνώστη απηχούν τα στοιχεία του αριστοτελικού ελέους και φόβου. Εκεί υπάρχει η ταύτιση, εκεί και η αποστασιοποίηση. Όσον αφορά την παρέα των ηρώων, υποθέτω πως ως αναγνώστης θα ήθελα να είχα φίλο τον γερο Μένη. Ως συγγραφέας τον είχα ήδη! Μ’ αυτόν “συζητούσα” τα πολλά βράδια της περισυλλογής, όταν σχεδίαζα την εξέλιξη της πλοκής.

7) Στο βιβλίο σας, κάνετε λόγο για τη διττή έννοια του καλού και του κακού, όπου τίποτα δεν είναι απόλυτο. Συγκεκριμένα, αναφέρετε την εξήγηση που δίνουν οι ωφελιμιστές φιλόσοφοι ως προς το κριτήριο αξιολόγησης του κακού και του καλού, γράφοντας ότι πρέπει να είναι «η επίτευξη της μεγαλύτερης δυνατής ευτυχίας για το μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων». Πόσο δύσκολο, όμως, είναι στην πραγματική ζωή να το αντιληφθεί κανείς; Θεωρείτε ότι οι άνθρωποι ονοματίζουν επιφανειακά κάτι ως κακό ή καλό; Τελικά ποιος είναι «καλός» και ποιος «κακός» από τους ήρωες σας;

Η έννοια του καλού και του κακού είναι δισυπόστατη, το καλό δεν μπορεί να οριστεί χωρίς το κακό και αυτό που μπορεί να είναι καλό για μας, μπορεί να καταστεί κακό για τους άλλους. Γι’ αυτό και η επιστήμη της φιλοσοφίας αναζητά τα κριτήρια της ηθικής ορθότητας των πράξεών μας. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο κινείται η θεωρία του ωφελιμισμού που αναφέρετε. Στο βιβλίο αναφέρονται και άλλα κριτήρια πέραν του ωφελιμισμού, κυρίως για να προκαλέσω το ερέθισμα για σκέψη. Το τριάντα έξι ώρες βροχής δεν είναι ένα φιλοσοφικό μυθιστόρημα, απλώς ο έρωτας μπορεί να ιδωθεί και κάτω από το φιλοσοφικό πρίσμα. Οποιαδήποτε έννοια χρησιμοποιεί ο άνθρωπος στην καθημερινή ζωή, αν μεταφερθεί στο πεδίο της επιστήμης αλλάζει η οπτική. Επί παραδείγματι, το καλό και το κακό αλλιώς αντιμετωπίζεται από τη Φιλοσοφία, αλλιώς από την Ψυχολογία ή τη Θεολογία ή την Ιατρική. Κατ’ επέκταση, θα πρέπει να ορίσουμε συγκεκριμένες παραμέτρους, αν θέλουμε να χαρακτηρίσουμε τον κάθε ήρωα του βιβλίου καλό ή κακό, και αυτό δεν μπορεί να απαντηθεί μέσα σε λίγες αράδες.  

8) Στην αρχή του βιβλίου, ο Μένης λέει στον Ιππόλυτο ότι κάποιες φορές στη ζωή του ένας άνθρωπος, αν και καίγεται από πόθο να πει «ναι» σε μια πρόκληση, πρέπει να φωνάξει «όχι» και πώς ένας έμπειρος άνθρωπος μπορεί να το κάνει, όχι όμως ένας άπειρος νέος, ο οποίος είναι εύκολο να γίνει έρμαιο του πάθους του. Εσείς συμφωνείτε με το Μένη; Αν κάποιος πει «όχι», θα  «…τον καταβάλει, εκείνο το όχι το σωστό, εις όλην τη ζωή του» όπως μας λέει και ο Καβάφης στο ποίημά του che fece…il gran rifiuto;

Ο γερο Μένης ανήκει σε κείνους τους ήρωες που ονομάζουμε “δυνατούς” μυθιστορηματικούς χαρακτήρες, υπό την έννοια πως κατευθύνουν αυτοί τον συγγραφέα και όχι ο συγγραφέας αυτούς. Σε όλα συμφωνώ με τον Μένη, αφού  η σκέψη του είναι απόσταγμα σοφίας και εμπειρίας ζωής. Ξέρει πολύ καλά τι λέει ο γέρος. Η εμπειρία είναι ένα καντήλι που σιγοκαίει κι ο έρωτας η φλόγα. Ξέρει πως θα τον κάψει τον Ιππόλυτο, γιατί είναι νέος κι η νιότη από τη φλόγα ορίζεται, όχι από το φυτίλι.  Όσο για τον Καβάφη, το μεγάλο ναι και το μεγάλο όχι τον προσπερνά τον έρωτα και υψώνεται σε άλλες σφαίρες. Παρεμπιπτόντως, να σας πω ότι στο ποίημά του αυτό ο μεγάλος ποιητής δανείζεται τον στίχο «che fece per vilta il gran rifiuto» από την Κόλαση του Δάντη, αφαιρώντας το «per vilta» που σημαίνει «από δειλία», για να δώσει μια διαφορετική εκδοχή για τον άνθρωπο που λέει το μεγάλο όχι, τιμώντας τους μεγάλους αρνητές που έχουν τη δύναμη να πουν όχι σε μια κατεστημένη ηθική, σε μια ηθική που εγκλωβίζει τους ανθρώπους σ’ ένα τρόπο ζωής μακριά από την ψυχή τους. Άλλωστε, ο ποιητής ήξερε καλά στη ζωή του και τι σημαίνει να λέει κανείς όχι και πόσο κοστίζει το όχι αυτό.

9) Στο βιβλίο σας, προσεγγίζετε με σεβασμό τους ήρωες σας και επικεντρώνεστε στον έρωτα ως συναίσθημα. Θα δανειστώ ένα ερώτημα που έχετε ο ίδιος βάλει στις αρχές του βιβλίου: Υπάρχει απόλυτος έρωτας; Και αν είναι πραγματικό αυτό που νιώθουμε, γιατί έχει ημερομηνία λήξης;

Μα, και η ίδια η ζωή έχει ημερομηνία λήξης. Τι είναι αυτό που γεννιέται και δεν πεθαίνει στη φύση; Δεν βλέπω τον λόγο γιατί να αποτελέσει ο έρωτας εξαίρεση. Ο έρωτας είναι φύση και η φύση είναι απόλυτη. Μονάχα το απόλυτο μπορεί να ορίσει τη φύση του έρωτα. Τα ημίμετρα δεν τον χωράνε. Απόλυτα ανταποδοτικός ή ανεκπλήρωτος, απόλυτα απαγορευμένος, απόλυτα εκδικητικός ή θανατηφόρος. Αυτό είναι ο έρωτας.

10) Σε κάποιο σημείο αναφέρεστε στην Φαίδρα και τη σχέση της με τον έρωτα γενικότερα. Συγκεκριμένα, γράφετε ότι η ίδια ήταν έρμαιο των αποφάσεων της και ερωτευόταν λάθος πρόσωπα. Αυτό συνάδει με τη δική μου οπτική, δηλαδή, ντύνουμε κάποιον με τις επιθυμίες μας, με αποτέλεσμα να φτιάξουμε μια ουτοπική προσωπικότητα και μετά να πέσουμε στην παγίδα. Υπάρχει, αλήθεια σωστός και λάθος άνθρωπος;

Θα πρέπει να εισχωρήσουμε στο πεδίο της Ψυχολογίας για να αναζητήσουμε τους λόγους για τους οποίους ερωτευόμαστε λάθος ανθρώπους. Το βέβαιο είναι ότι ο έρωτας δεν επιλέγει με κριτήριο το σωστό και το λάθος. Αν προσπεράσουμε την εξωτερική εικόνα που δημιουργεί το πρώτο κάλεσμα του έρωτα, αυτό που ερωτευόμαστε τελικά είναι κρυμμένο κάτω από την επιφάνεια, είναι πελώριο, ενίοτε βάρβαρο, απρόσιτο και κείται σε τέτοιο βάθος και με τέτοια δύναμη, ώστε καμία μορφή δεν μπορεί να το χωρέσει ή να το εκφράσει με πληρότητα. Είναι ασυμβίβαστο το ερωτικό συναίσθημα, γιατί είναι ατίθασο, σκοτεινό, απεριόριστο. Γι’ αυτό και ο νους δεν μπορεί να πειθαρχήσει.

11) Αν ανταλλάζατε θέσεις με κάποιον από τους ήρωες σας και γινόταν αυτός ο συγγραφέας και εσείς ο ήρωας, ποιος θα ήταν αυτός;

Εγώ είμαι πάντα ο ήρωας στα βιβλία μου, ο κάθε ήρωας χωριστά. Αν δεν εισχωρήσω στην ψυχή του, αν δεν ταυτιστώ, δεν μπορώ να εκφραστώ συγγραφικά.

12) Κλείνοντας, και αφού σας ευχαριστήσω για το χρόνο σας, θα σας ρωτήσω σαιξπηρικά : Να ερωτεύεται κανείς και ας καεί ή να μην ερωτεύεται;

Να σας απαντήσω κι εγώ σαιξπηρικά; Να ζει κανείς ή να μη ζει; Γιατί περί αυτού πρόκειται!

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:

Πασχάλης Πράντζιος γεννήθηκε στην Ανάβρα Καρδίτσας το 1971 και εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 2006. Σπούδασε φιλοσοφία στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ., εργάζεται ως φιλόλογος καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση, ενώ παράλληλα συνεχίζει τις σπουδές του στο μεταπτυχιακό τμήμα της Σχολής Θεάτρου του Πανεπιστημίου της Λευκωσίας (Α.Π.ΚΥ.), με ειδίκευση στην Επιβίωση του Αρχαίου Δράματος. Παράλληλα με τη μυθιστοριογραφία ασχολείται με τη θεωρία λογοτεχνίας και θεάτρου, δημοσιεύοντας άρθρα και μελέτες του σε περιοδικά λογοτεχνικού ενδιαφέροντος. Το Τριάντα έξι ώρες βροχής είναι το έκτο μυθιστόρημά του.

Μοιραστείτε την είδηση

Άννα Μουσογιάννη

Πολιτισμολόγος - αρθρογράφος