Παράγοντες που ωθούν τα άτομα στην εγκληματικότητα | απόψεις
Γιατί τα άτομα προβαίνουν σε εγκληματικές πράξεις; Γιατί το έγκλημα είναι μέρος της κοινωνίας μας; Η εξήγηση του φαινομένου την εγκληματικότητας δεν είναι βέβαια απλή και εύκολη, αφού αποτελεί ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο. Αξίζει να αναφέρουμε, ότι έχουν αναπτυχθεί σημαντικές θεωρίες για την ερμηνεία της εγκληματικής συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανόμενων και των κοινωνιολογικών θεωριών, συνδέοντας την εγκληματικότητα ενός ατόμου με τις ευρύτερες κοινωνικές δομές και πολιτιστικές αξίες της κοινωνίας αλλά και της οικογένειας.
Ορισμένοι βασικοί παράγοντες κοινωνικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος είναι:
Διαφορές των φύλων
Οι διαφορές των φύλων αποτελούν σημαντική πηγή της εγκληματικότητας. Οι περισσότερες εγκληματολογικές θεωρίες ερμηνεύουν κυρίως την ανδρική εγκληματικότητα, καθώς τα ποσοστά της γυναικείας εγκληματικότητας είναι – ή φαίνεται να είναι – εξαιρετικά χαμηλά. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από την δομή των κοινωνικών και πολιτισμικών αξιών, των εθίμων, των παραδόσεων και των κοινωνικών κανόνων που διαφοροποιούν τους άνδρες από τις γυναίκες.
Τα άτομα από μικρή ηλικία αναπτύσσουν πεποιθήσεις με βάση τα στερεότυπα φύλου, όπου οι άνδρες θεωρούνται οι κυρίαρχοι και μεγαλώνουν με την άποψη ότι η ανδρική ταυτότητα συνδέεται με την δύναμη, τον ανδρισμό και την σκληρότητα σε σύγκριση με τις γυναίκες. Αυτός ο κοινωνικός κανόνας μπορεί να συνδεθεί με τον λόγο για τον οποίο οι άντρες φαίνεται να είναι πιο βίαιοι και αντικοινωνικοί.
Εσωτερικός και Κοινωνικός έλεγχος
Σύμφωνα, με θεωρίες καθένας μπορεί να παρουσιάσει εγκληματική συμπεριφορά, αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι αποτρέπονται από αυτήν εξαιτίας της ύπαρξης εξωτερικών (κοινωνικών) και εσωτερικών ελέγχων. Ως άνθρωποι έχουμε διάφορους εσωτερικούς ελέγχους που μας συγκρατούν από παραβατικές ή εγκληματικές συμπεριφορές, όπως π.χ. τη συνείδηση, τις αξίες, την ηθική, τις πεποιθήσεις και την επιθυμία να είμαστε «καλοί» ή «νόμιμοι πολίτες».
Υπάρχουν όμως και εξωτερικοί έλεγχοι ή αλλιώς κοινωνικοί έλεγχοι που εμποδίζουν τα άτομα να διαπράξουν εγκλήματα, όπως, η οικογένεια, το σχολείο, οι φίλοι, κ.λπ. Όταν αυτοί οι κοινωνικοί δεσμοί αδυνατίζουν ή διαρρηγνύονται τότε το έγκλημα τείνει να εμφανιστεί.
Αυτοί οι εσωτερικοί και εξωτερικοί περιορισμοί αποτελούν τον αυτοέλεγχο ενός ατόμου που εμποδίζει τα άτομα να δράσουν ενάντια στους κοινωνικούς κανόνες και ο φόβος της ποινής δεν είναι αρκετός για να αποτρέψει το έγκλημα. Αυτό σημαίνει ότι κάποιοι άνθρωποι έχουν μεγαλύτερη την ικανότητα να ελέγχουν αυτή την τάση σε αντίθεση με άλλους ανθρώπους.
Το κλειδί για την ανάπτυξη αυτοέλεγχου είναι η σωστή κοινωνικοποίηση, ειδικά στην πρώιμη παιδική ηλικία. Τα παιδιά που έχουν την τάση να στερούνται αυτόν τον αυτοέλεγχο μεγαλώνοντας μπορεί να παρουσιάσουν αντικοινωνική και βίαιη συμπεριφορά αλλά και να προβούν σε εγκληματικές πράξεις.
Ποιος είναι όμως ο ρόλος της οικογένειας σε όλα τα παραπάνω;
Οικογένεια
Το οικογενειακό περιβάλλον έχει μεγάλη ευθύνη για την εκδήλωση εγκληματικότητας αλλά και για την μειωμένη ικανότητα αυτοελέγχου. Οι εγκληματικές πράξεις, αλλά και ο χαμηλός αυτοέλεγχος ενός ατόμου οφείλονται σε σημαντικό βαθμό στην «αναποτελεσματική ανατροφή των παιδιών».
Η οικογένεια ως βασικός φορέας κοινωνικοποίησης είναι αυτή που διαμορφώνει την βάση της προσωπικότητας του ατόμου και μέσω της οποίας εμπεδώνονται οι κοινωνικές αξίες και τα πρότυπα συμπεριφοράς που βοηθούν το παιδί στο κοινωνικό του προσανατολισμό. Όταν υπάρχουν θετικά πρότυπα μέσα στην οικογένεια, το άτομο είναι σε θέση να μάθει θετικούς τρόπους για την επίτευξη των στόχων.
Όταν ένα παιδί ζει σε ένα οικογενειακό πλαίσιο όπου ασκείται βία μαθαίνει ότι η βία αποτελεί το μόνο διαθέσιμο μέσο για να αντιμετωπίσει τις απογοητεύσεις. Αυτό σημαίνει ότι όσο πιο θετική σχέση με το περιβάλλον έχει ένα παιδί τόσο πιο πιθανό είναι να μπορεί να συμβαδίζει με την κοινωνία και να γίνει ενεργό μέλος της.