Αρθρογραφίανέαπρωτοσέλιδο Β

Το «στιγμιαίο» αδίκημα της 21ης Απριλίου 1967

Στις 2 Ιουλίου 1975, ο Άρειος Πάγος με βούλευμα, χαρακτήρισε «στιγμιαίο αδίκημα» το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. Το αποτέλεσμα αυτής της απόφασης ήταν η παραπομπή σε δίκη μόνο των «πρωταιτίων» του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου και όχι μιας σειράς άλλων στελεχών της δικτατορίας (π.χ. των πρωθυπουργών Κόλλια, Μαρκεζίνη και Ανδρουτσόπουλου). Αυτή η απόφαση θα δώσει τον τόνο μιας επιφανειακής «αποχουντοποίησης», εκκαθάρισης δηλαδή των δημοσίων υπηρεσιών, των σωμάτων ασφαλείας, του στρατού, του δικαστικού σώματος και γενικότερα του κρατικού μηχανισμού από όσους υπηρέτησαν τη στυγνή επταετή δικτατορία και επωφελήθηκαν από αυτήν.

Ο κρατικός μηχανισμός, για άλλη μια φορά θα αυτοπροστατευθεί και θα εξασφαλίσει την περίφημη «συνέχεια του κράτους», όπως είχε επιτύχει και μετά την Κατοχή με τη μαζική δια βουλευμάτων απαλλαγή των πάσης φύσεως συνεργαζόμενων με τους κατακτητές. Τα γενεαλογικά δε κλαδιά και παρακλάδια μεταξύ των δύο γενεών πολιτικών πρωταγωνιστών, έδιναν ένα ιδιαίτερο και οικείο χαρακτήρα σε αυτήν την κρατική συνέχεια.

Μια άλλη, πιο σημαντική, πτυχή όμως του «στιγμιαίου» αδικήματος, της επταετούς δηλαδή δικτατορίας, ήταν η χρήση της ευρείας γκάμας αντιδημοκρατικών νομοθετημάτων που προϋπήρχαν για την ασφάλεια του κράτους και του «κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος» από τις αρχές του 20ού αιώνα. Χαρακτηριστικά, η κήρυξη της δικτατορίας έγινε με το Νόμο ΔΞΘ΄ του 1912 «Περί καταστάσεως πολιορκίας» που ενόψει των Βαλκανικών Πολέμων προέβλεπε την κήρυξη κατάστασης πολιορκίας, δηλαδή αναστολής άρθρων του Συντάγματος, σε περίπτωση πολέμου και γενικής επιστράτευσης. Ήδη από το στρατιωτικό πραξικόπημα Πλαστήρα-Γονατά το 1922, η κατάσταση πολιορκίας χρησιμοποιήθηκε κυρίως για λόγους εσωτερικής τάξης παρά εξωτερικής ασφάλειας, όπως προέβλεπε το Σύνταγμα του 1911, τάση που θα συνεχιστεί για να φτάσουμε στο 1967.

Η ποινικοποίηση του πολιτικού φρονήματος θα εμφανιστεί και αυτή με διάφορους τρόπους κατά τη διάρκεια του Εθνικού Διχασμού ως προσβολή του προσώπου του βασιλέως, δυσμένεια κατά του καθεστώτος και οι πολιτικοί αντίπαλοι θα οδηγούνται στα στρατοδικεία. Το αβασίλευτο πολίτευμα θα επιδιώξει να επιβληθεί επί των μοναρχικών με το «Κατοχυρωτικό» του πολιτεύματος διάταγμα που σήμαινε ποινικοποίηση του φρονήματος σε ευρεία κλίμακα με εξοντωτικές ποινές από στρατοδικεία.

Από το 1926 οι Επιτροπές Δημοσίας Ασφαλείας αποτελούμενες από το νομάρχη, το διοικητή χωροφυλακής και τον εισαγγελέα πρωτοδικών μπορούσε να διατάζει την εκτόπιση ή και την απέλαση κάθε ύποπτου ατόμου χωρίς προηγούμενη δίκη και καταδίκη. 

Η άνοδος του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς θα αντιμετωπιστεί το 1929 από την κυβέρνηση Βενιζέλου με το περίφημο «ιδιώνυμο» αδίκημα: «Περί των μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». Έκτοτε το κομμουνιστικό κόμμα και οι αριστεροί πολίτες εν γένει θα γίνουν ο κυρίως στόχος του κρατικού μηχανισμού, που θα ξεπεράσει τον πρότερο διχασμό του μπροστά στο νέο εσωτερικό εχθρό. Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου και το «νεόν κράτος» του Γεωργίου Β΄ και του Ιωάννη Μεταξά θα τελειοποιήσει τους κατασταλτικούς μηχανισμούς.

Πλάι στον πάγο και το ρετσινόλαδο, θα ανθήσουν οι δηλώσεις μετανοίας και τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, απαραίτητη πιστοποίηση του κράτους για τα «υγιή» εθνικά φρονήματα του κάθε πολίτη που ήθελε να εργαστεί, να σπουδάσει, να ταξιδέψει. Ο δε ζήλος συλλογής δηλώσεων μετανοίας από τον υφυπουργό Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκη κατάφερε με 47.000 δηλώσεις να πολλαπλασιάσει τον  πραγματικό αριθμό των μελών του ΚΚΕ. Αλλά και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και νόμοι περί κατασκοπείας θα εμπλουτίσουν το αυταρχικό κρατικό οπλοστάσιο.

Μετά την Κατοχή, και παρά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, θα ανοίξει ένας νέος κύκλος διώξεων κατά των μελών του ΕΑΜ, μαζί με την ανοιχτή τρομοκρατία. Το Γ΄ ψήφισμα της 18 Ιουνίου 1946 «Περί έκτακτων μέτρων αφορώντων την δημόσιαν τάξιν κι ασφάλειαν» με την ταυτόχρονη ίδρυση έκτακτων στρατοδικείων στις πρωτεύουσες όλων σχεδόν των νομών της χώρας και τις συνοπτικές εκτελέσεις θα ανοίξει διάπλατα το δρόμο προς τον εμφύλιο πόλεμο και ο Αναγκαστικός Νόμος 509 στις 27 Δεκεμβρίου 1947 «Περί μετρων ασφαλείας του κράτους, του πολιτεύματος, του Κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών» θα τον επισφραγίσει με κήρυξη εκτός νόμου του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Στην μετεμφυλιακή Ελλάδα, σχεδόν όλα αυτά τα νομοθετήματα, υποτίθεται για καταστάσεις «έκτακτης ανάγκης» αν όχι εμπόλεμης κατάστασης, ένα πλέγμα που θα μείνει γνωστό ως «παρασύνταγμα» θα παραμείνει επικρεμάμενο πάνω από το κεφάλι της μισής χώρας.

Στις 21 Απριλίου 1967, το «στιγμιαίο» αδίκημα του πραξικοπήματος, ουσιαστικά η κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας με το νόμο του 1912 ήταν άλλο ένα επεισόδιο αυτής της μακράς πορείας. Όλο το προηγούμενο οπλοστάσιο ήταν έτοιμο προς χρήση για άλλο ένα διαρκές έγκλημα εναντίον των πολιτικών και ατομικών ελευθεριών του ελληνικού λαού.

Μοιραστείτε την είδηση

Γιάννης Σκαλιδάκης

Ιστορικός