Γονεοποιημένα παιδιά | όταν το παιδί παίρνει ρόλο ενήλικα
Ο όρος «Γονεοποιημένα Παιδιά» δεν είναι ευρέως γνωστός, ωστόσο το συγκεκριμένο φαινόμενο είναι πολύ έντονο, ιδιαιτέρως στη χώρα μας. Η παραπάνω έννοια αναφέρεται σε παιδιά, τα οποία έχουν αναλάβει γονικό ρόλο, είτε πρακτικά είτε συναισθηματικά. Πιο απλά, θα λέγαμε ότι γίνονται γονείς των γονιών τους! Εκ πρώτης όψεως φαίνεται, ότι τα παιδιά αυτά μαθαίνουν από πολύ νωρίς να αναλαμβάνουν ευθύνες και έτσι εντάσσονται γρηγορότερα και αποτελεσματικότερα στον στίβο της ζωής. Συμβαίνει ,όμως, πραγματικά το παραπάνω; Πόσο ανεξάρτητό γίνεται ένα γονεοποιημένο παιδί; Τι αντίκτυπο έχει στην ανάπτυξή του η ανάληψη παραπάνω ευθυνών από όσες του επιτρέπει η ηλικία του;
Η συμπεριφορά των γονέων στο παιδί, σε λεκτικό και μη λεκτικό επίπεδο κρίνει σε μεγάλο βαθμό την ομαλή ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Πολλές φορές οι γονείς, άθελά μας ή και εν γνώση μας, στην προσπάθειά μας να κάνουμε το παιδί να νιώθει ανεξάρτητο και αυτόνομο το αντιμετωπίζουμε σαν να έχουμε μπροστά μας έναν ενήλικα. Ο γονικός ρόλος δίνεται στο παιδί σιγά σιγά από μικρή ηλικία και μπορεί να αφορά, είτε πρακτικές εργασίες, είτε να συμβαίνει μόνο σε συναισθηματικό επίπεδο. Πιο συγκεκριμένα, η εξ’ ολοκλήρου φροντίδα του σπιτιού, η παιδική εργασία, η φροντίδα του αδερφού/ής, είναι μερικά απτά καθήκοντα που δίνουν στο παιδί ρόλο ενήλικα.
Ωστόσο, το φαινόμενο της γονεοποίησης αφορά κυρίως καταστάσεις συναισθηματικής φύσεως. Ένα συχνό παράδειγμα είναι, όταν έρχεται ένα δεύτερο παιδί στην οικογένεια και οι γονείς μιλάμε στο πρώτο σαν να έχει και εκείνο παιδί: «Έλα να κοιμίσουμε το μωρό μας», «Πρέπει να προσέχουμε το μωρό μας», «Είσαι υπεύθυνος γι’ αυτό», «Είσαι το πρότυπό του».
Ένα άλλο παράδειγμα αφορά στιγμές μοναξιάς και στενοχώριας του ενός γονέα, που ψάχνει στο παιδί του σανίδα σωτηρίας, λέγοντας: «Εγώ μόνο εσένα έχω στην ζωή», «Μόνο εσύ με αγαπάς και είσαι εδώ για ‘μένα», «Τί θα κάνω όταν φύγεις;».
Αξίζει να σημειωθεί, ότι, ακόμα και ένας υπερπροστατευτικός γονιός που προσπαθεί να τα κάνει όλα για το παιδί του και του αφαιρεί καθήκοντα, δεν το βοηθά να προχωρήσει και τελικά το φέρνει πολλές φορές σε ρόλο γονιού των γονιών του, καθώς εκείνο νιώθει ότι πρέπει να δώσει ανταλλάγματα για όλη την αγάπη που έχει βιώσει και μένει πίσω να προσέχει τους γονείς, δυσκολευόμενο να αφοσιωθεί στην δική του οικογένεια. Η αγάπη για τα παιδιά τους, πολλές φορές, ωθεί τους γονείς να κάνουν όσα περισσότερα πράγματα μπορούν γι’ αυτά και να κουβαλήσουν οι ίδιοι τις ευθύνες τους. Αυτό στην πραγματικότητα, δεν βγάζει κανένα βάρος από τις πλάτες των παιδιών, αλλά προσθέτει και το βάρος των ίδιων των γονιών σ’ αυτές.
Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα που, αν παρατηρήσουμε λίγο πιο αναλυτικά την συμπεριφορά στα παιδιά μας, θα τα συναντήσουμε και οι ίδιοι. Σαφώς, και οι γονείς δεν είναι μηχανές και δεν μπορούν να είναι πάντα έτοιμοι να βάλουν το σωστό τουβλάκι την κατάλληλη στιγμή, ώστε να βοηθήσουν το παιδί να χτίσει μία υγιή προσωπικότητα. Είναι, ωστόσο, σημαντικό να έχουμε στο νου μας, ότι το βάρος που παίρνουν τα παιδιά από επαναλαμβανόμενες τέτοιες συμπεριφορές είναι τεράστιο. Τα ίδια δεν το καταλαβαίνουν και , μάλιστα, μπορεί να νιώθουν περηφάνεια και δύναμη που οι γονείς τους στηρίζονται τόσο πολύ πάνω τους. Ωστόσο, αυτά τα συναισθήματά αντιπροσωπεύουν μόνο ένα πρώτο επιφανειακό επίπεδο, καθώς από κάτω νιώθουν βάρος, μοναξιά, αισθήματα εγκλωβισμού και ενοχές.
Ένα παιδί που έχει επωμιστεί παραπάνω ευθύνες από εκείνες που του αναλογούν μπαίνει, σιγά σιγά, σε ένα γονικό μοτίβο συμπεριφοράς στην ίδια του την ζωή. Δυσκολεύεται να αποκοπεί από τους γονείς του, νιώθοντας ότι το έχουν πολύ ανάγκη και αν φύγει θα μείνουν αβοήθητοι. Βάζει σε δεύτερη μοίρα την δική του εξέλιξη και ανεξαρτητοποίηση. Επίσης, υιοθετεί γονικό ρόλο και στον τρόπο που επιλέγει τους φίλους του και τους συντρόφους του. Πιο συγκεκριμένα, δεν χτίζει ισότιμες σχέσεις, αλλά πάντα βρίσκει έναν που νιώθει ότι χρειάζεται βοήθεια. Δυσκολεύεται να επιβιώσει σε παρέες και σχέσεις που οι άλλοι παίρνουν τις αποφάσεις, νιώθοντας ότι παραγκωνίζεται η αξία του και ότι δεν είναι σημαντικό. Τα γονεοποιημένα παιδιά, είναι συνήθως δοτικοί χαρακτήρες και πολλές φορές, προσπαθώντας να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των άλλων, δρουν ακόμα και αυτοκαταστροφικά. Τα βαθύτερα δικά τους συναισθήματα και η ανάγκη τους να πάρουν και εκείνα αγάπη και φροντίδα είναι εγκλωβισμένα μέσα τους και τα ίδια τα παιδιά, ενώ τα έχουν ανάγκη, δεν τα αφήνουν να βγουν προς τα έξω, καθώς έχουν μάθει να μη ζητάνε, αλλά μόνο να δίνουν.
Η ανάληψη καθηκόντων από τα παιδιά αποτελεί ένα βασικό εργαλείο διαφοροποίησης από την οικογένεια. Το παιδί μαθαίνει να εμπιστεύεται τις δυνάμεις του και να καταλαβαίνει ότι μπορεί να δρα μόνο του. Είναι απαραίτητο οι γονείς να αφήνουν τα παιδιά να αποφασίζουν για θέματα που τα αφορούν, πρακτικής και συναισθηματικής φύσεως, χωρίς να είναι απόντες ή παρεμβατικοί, αλλά σαν ένας υποστηρικτικός κρίκος που θα τα βοηθά, σύμφωνα με την ηλικία τους. Ο ρόλος του γονιού είναι μοναδικός και δεν πρέπει να μεταβάλλεται, αναλόγως των συνθηκών σε φιλικό ή αδιάφορο, ή υπερπροστατευτικό, αλλά να μένει σταθερός στην παραχώρηση και την υποστήριξη, θέτοντας όρια, προκειμένου να βοηθήσει το παιδί να ανοίξει τα δικά του φτερά.