Πολιτικήνέαπρωτοσέλιδο Β

Έφυγε από τη ζωή ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος | συνεδρίαση για την ταφή του

Έφυγε από τη ζωή ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ σε ηλικία 82 ετών (γεννηθείς στις 2 Ιουνίου 1940). Το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν στην Εντατική του «Υγεία», μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.

Σε διϋπουργική σύσκεψη λίγο μετά τις 09:30 στο Μέγαρο Μαξίμου θα ληφθούν οι αποφάσεις της κυβέρνησης ως προς τις λεπτομέρειες της τελετής για την εξώδιο ακολουθία του.

Το ζήτημα, βεβαίως, δεν απασχολεί για πρώτη φορά την κυβέρνηση αυτές τις μέρες. Την περασμένη Πέμπτη, στο γραφείο του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη βρέθηκαν οι δύο γιοι του Κωνσταντίνου, ο Παύλος και ο Νικόλαος, συνοδευόμενοι από τον δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Λιδωρίκη, όπου και ενημέρωσαν την κυβέρνηση για την εξαιρετικά σοβαρή κατάσταση της υγείας του πατέρα τους και έθεσαν επί τάπητος τα πρώτα διαδικαστικά ζητήματα. Ο κ. Γεραπετρίτης κατέγραψε τα δεδομένα, ενημέρωσε τον πρωθυπουργό, αλλά αποφάσεις δεν ελήφθησαν, με δεδομένο ότι ακόμα δεν είχε επέλθει το μοιραίο. Στη σημερινή σύσκεψη, μεταξύ άλλων, αναμένεται να είναι παρόντες ο υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης, η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη κ.α.

Οι εκκρεμότητες

Στο τραπέζι της κυβέρνησης υπάρχουν μια σειρά από ζητήματα, κάποια εκ των οποίων φαίνεται πως είναι ρυθμισμένα. Για παράδειγμα, φαίνεται πως δεν υπάρχει κανένα κώλυμα, ώστε ο Κωνσταντίνος να ταφεί στο Τατόι, εφόσον το επιθυμεί η οικογένεια του. Σημειωτέον, εκεί ετάφη το 1981 και η μητέρα του, η Φρειδερίκη, και μάλιστα σε μια περίοδο πολιτικά πολωμένη ως προς τα της βασιλείας, επτά μόλις χρόνια μετά το δημοψήφισμα για το Πολιτειακό.

Παράλληλα, ένα ακόμα ζήτημα αφορά το πού θα γίνει η εξόδιος ακολουθία, καθώς, λόγω και των διεθνών αφίξεων που αναμένονται στη χώρα μας από μέλη βασιλικών οικογενειών του εξωτερικού, προφανής προορισμός είναι η Μητρόπολη Αθηνών. Το ζήτημα του ιερού ναού δεν αφορά την κυβέρνηση, αν και κατά πληροφορίες, η οικογένεια του τέως μονάρχη έχει κάνει επαφές με την Αρχιεπισκοπή, με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο να μην είναι αρνητικός.

Η «ταμπακιέρα» της σύσκεψης έχει να κάνει, με το αν στον εκλιπόντα Κωνσταντίνο θα αποδοθούν τιμές αρχηγού κράτους, με το σκεπτικό ότι ως το 1967 υπήρξε αρχηγός του ελληνικού κράτος και των Ενόπλων Δυνάμεων. Σύμφωνα με πληροφορίες του protothema.gr, υπάρχουν δύο γραμμές σκέψης. Σύμφωνα με την πρώτη, θα μπορούσε ο εκλιπών να κηδευτεί με τιμές αρχηγού κράτους, με δεδομένο ότι χρημάτισε σε αυτή τη θέση, ασχέτως αν εξέπεσε. Σύμφωνα με τη δεύτερη, η τρίτη Ελληνική Δημοκρατία που ξεκινά μετά το 1974 και τη λύση του Πολιτειακού ζητήματος με το δημοψήφισμα για τη Βασιλεία, αποτελεί διαιρετική τομή και υπό αυτό το πρίσμα δεν μπορούν να αποδοθούν στον Κωνσταντίνο οι τιμές που αποδόθηκαν π.χ. στον άλλοτε πρόεδρο της Δημοκρατίας Χρήστο Σαρτζετάκη.

Κάπως έτσι, με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, φαίνεται πως η κυβέρνηση δεν προκρίνει την επιλογή της κηδείας με τιμές αρχηγού κράτους. Μένει, βεβαίως, να φανεί, αν θα υπάρξει λαϊκό προσκύνημα στη σωρό. Σύμφωνα με μια γραμμή πληροφόρησης, αυτό είναι απόφαση της οικογένειας, σε συνεννόηση με την εκκλησία.

Η ιθαγένεια

Ένα ακόμα ζήτημα έχει να κάνει με την ιθαγένεια του Κωνσταντίνου, ο οποίος δεν ήταν Έλληνας πολίτης. Ο Κωνσταντίνος έφερε Δανέζικο διαβατήριο από το 1983 ως King Constantine και το 2021, όταν χρειάστηκε να βγάλει ΑΜΚΑ, λόγω της οριστικής μετεγκατάστασής του στην Ελλάδα, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους απεφάνθη ότι θα μποορούσε να χρησιμοποιήσει το όνομα «Κωνσταντίνος τέως Βασιλεύς Παύλου». Δεν του απεδόθη, όμως, ιθαγένεια. Σύμφωνα με κύκλους του υπουργείου Εσωτερικών, τότε ότι δεν είναι Έλληνας πολίτης δεν είναι απαγορευτικό για να δικαιούται να ταφεί δημοσία δαπάνη επί της αρχής, καθώς θα μπορούσε κανείς να επικαλεστεί την προσφορά του στη χώρα. Με τα ως τώρα δεδομένα, η κυβέρνηση δεν φαίνεται να κλίνει σε αυτή την επιλογή.

Η ζωή του Κωνσταντίνου Γλύξμπουρκ

Γεννήθηκε στις 2 Ιουνίου του 1940 στο σπίτι της οικογένειας στο Παλαιό Ψυχικό. Ήταν ο μοναδικός γιός του πρίγκιπα Παύλου Α’ και μετέπειτα Βασιλιά και της Φρειδερίκης. Την ημέρα της γέννησής του ρίφθηκαν 101 κανονιοβολισμοί από τον λόφο του Λυκαβηττού, όπως συνηθιζόταν για να αναγγελθεί η γέννηση του νέου πρίγκιπα. Λίγους μήνες αργότερα βαπτίστηκε στη Μητρόπολη Αθηνών με ανάδοχο τις Ένοπλες Δυνάμεις.

Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο Κάιρο, όπου και είχε καταφύγει η βασιλική οικογένειά, έχοντας διαφύγει με μυθιστορηματικό τρόπο λίγο μετά μετά από την έναρξη της Μάχης της Κρήτης. Ο Κωνσταντίνος δεν ήταν από τα γεννοφάσκια του διάδοχος. Αυτό προέκυψε μετά τον αιφνίδιο θάνατο του θείου του Γεώργιου Β’. Ο τελευταίος έφυγε από τη ζωή την 1η Απριλίου του 1947 από ανακοπή καρδιάς. Αν και είχε παντρευτεί την πριγκίπισσα της Ρουμανίας Ελισάβετ δεν απέκτησαν ποτέ παιδιά και χώρισαν.

Έτσι, ο αδελφός του και πατέρας του Κωνσταντίνου έγινε Βασιλιάς των Ελλήνων από το 1947 και αποτέλεσε το πέμπτο μέλος της δυναστείας Σλέσβιχ – Χολστάιν – Σόντερμπουργκ – Γλίξμπουργκ, που είχε ανέβει στον ελληνικό θρόνο το 1863. Μετά την ενθρόνιση του πατέρα του Παύλου, εκείνος ορίστηκε διάδοχος, όπως και, άλλωστε, όριζαν οι συνταγματικές διατάξεις. Θυμόταν τα παιδικά του χρόνια με νοσταλγία.

Απολάμβανε το σχολείο και τις παρέες, αλλά όχι και τα μαθήματα στο Εθνικό Εκπαιδευτήριο Αναβρύτων. Το σχολείο που είχε ιδρύσει ο πατέρας του το 1949 και ήταν εμπνευσμένο από το «Schule Schloss Salem» της Γερμανίας και «Gordonstoun» της Σκωτίας, τα οποία είχε ιδρύσει ο παιδαγωγός Κουρτ Χαν. Πάντα είχε έφεση στον αθλητισμό, ειδικά στο χόκεϊ, το βόλεϊ και το άλμα εις ύψος. Συμμετείχε με κέφι στις σχολικές θεατρικές παραστάσεις και θυμόταν με συγκίνηση την φορά που υποδύθηκε το Μάρκο Αντώνιο στον Ιούλιο Καίσαρα του Σαίξπηρ.

Το 1955 του απονεμήθηκε ο τίτλος του «Δούκα της Σπάρτης». Την ίδια χρονιά ζητήθηκε από τον λόγιο και καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνο Τσάτσο να του παραδώσει μαθήματα φιλοσοφίας. Όπερ και εγένετο. Συνέχισε τη διετή φοίτηση στα Σώματα των Ενόπλων Δυνάμεων. «Τα άλλα παιδιά είχαν ελεύθερα τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες, ενώ εγώ έκανα στρατιωτική εκπαίδευση», είχε σχολιάσει σε μία συνέντευξή του.

Το 1960 γράφτηκε στη Νομική Σχολή Αθηνών. Ήταν η χρονιά που συμμετείχε και στους Ολυμπιακούς αγώνες της Ρώμης με την ομάδα ιστιοπλοϊας της Ελλάδας. Συμμετείχε ως πηδαλιούχος του σκάφους «Νηρεύς» με πλήρωμα τους Οδυσσέα Εσκιτζόγλου και ο Γιώργο Ζαΐμη. Η ομάδα απέσπασε το πρώτο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο της Ελλάδας μετά το 1912. Την εποχή εκείνη, πάντως, «μαθήτευε» ουσιαστικά στο πλευρό του πατέρα του, συνοδεύοντάς τον σε πολλές από τις επίσημες επισκέψεις του σε Ευρώπη, Ασία και Αφρική.

Ο θάνατος του Βασιλιά Παύλου στα 62 του μόλις χρόνια από καρκίνο κατά πολλούς υπήρξε μοιραίος για τη χώρα, τον οίκο των Γλύξμπουργκ και τον ίδιο τον γιο του. Αυτός ήταν που τον διαδέχθηκε στις 6 Μαρτίου του 1964. Λίγο μετά παντρεύτηκε την Άννα Μαρία, τη μικρότερη κόρη του βασιλιά Φρειδερίκου Θ’ και της βασίλισσας Ίνγκριντ της Δανίας. «Έχασα τον πατέρα μου στα 23 και παντρεύτηκα στα 24… Θα ήταν αδύνατον να ζήσω χωρίς να έχω μία τέτοια γυναίκα. Θαυμάζω την υπομονή της».

Το ζευγάρι είχε αρχικά γνωριστεί το 1959 στη Δανία σε έναν επίσημο χορό. Ξανασυναντηθήκαν το 1962 στο γάμο της αδελφής του πριγκίπισσας Σοφίας με τον βασιλιά της Ισπανίας Χουάν Κάρλος, όπου χόρευαν παρέα όλο το βράδυ. Η Φρειδερίκη λέγεται ότι παρατήρησε την έλξη μεταξύ των δύο νέων και κινητοποίησε τις διαδικασίες, θεωρώντας την Άννα Μαρία «κατάλληλη νύφη». Οι αρραβώνες του ζεύγους πραγματοποιήθηκαν τον Ιανουάριο του 1963, με την Άννα Μαρία να δηλώνει: «Δεν ονειρεύτηκα ποτέ να παντρευτώ ένα Βασιλιά. Ήθελα απλά να είμαι μία γυναίκα ευτυχισμένη με το σύζυγό μου. Ναι, αγαπώ εδώ και καιρό τον Κωνσταντίνο, και εύχομαι ο χρόνος να μας επιτρέψει να ζήσουμε μερικά χρόνια όπως όλος ο κόσμος».

Ο γάμος τους τελέστηκε με κάθε επισημότητα. Δέκα ημέρες πριν από τη γαμήλια τελετή, η Αθήνα σημαιοστολίστηκε, με τον κόσμο να πανηγυρίζει. Περισσότεροι από 600.000 Έλληνες συγκεντρώθηκαν να δουν τους νεόνυμφους και να τους ευχηθούν, αλλά και να θαυμάσουν τους 1.200 επίσημους προσκεκλημένους. Μεταξύ αυτών ήταν 18 βασιλείς, εφτά διάδοχοι θρόνων, δύο βασιλικοί σύζυγοι, 103 πρίγκιπες και πριγκίπισσες, καθώς και 20 δούκες και κόμητες. Το νεαρό ζευγάρι εθεωρείτο δημοφιλές. Υπήρξε, μάλιστα, μία ελπίδα ότι μετά τον γάμο η Δανέζα πριγκίπισσα, ίσως εκτόπιζε την βασιλομήτορα Φρειδερίκη και να μετρίαζε την επιρροή που αυτή ασκούσε στις αρμοδιότητες του γιού της. Κάτι τέτοιο δεν έγινε.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ανάρρηση του Κωνσταντίνου Β’ στον θρόνο συνέπεσε με μία μεγάλη πολιτική αλλαγή. Η Ένωση Κέντρου, υπό την ηγεσία του Γεωργίου Παπανδρέου, ανέλαβε τη διακυβέρνηση μετά τον εκλογικό θρίαμβο του Φεβρουαρίου (52,72%). Η εμμονή του Κωνσταντίνου να ασκεί έλεγχο στις Ένοπλες Δυνάμεις και η άρνησή του να δεχθεί την αντικατάσταση του Πέτρου Γαρουφαλιά στο υπουργείο Αμυνας οδήγησε σε μετωπική σύγκρουση με τον πρωθυπουργό. Κατά πολλούς, ο «άπειρος» βασιλιάς Κωνσταντίνος έκανε διαδοχικά λάθη, αρχής γενομένης από τα περίφημα Ιουλιανά του 1965. Η Φρειδερίκη λειτούργησε όχι ως βασιλομήτωρ αλλά ως βασίλισσα. Μετείχε ενεργά στο συνταγματικό πραξικόπημα των Ιουλιανών και στην αποστασία. Η παρατεταμένη κρίση είχε την τραγική κατάληξη της επιβολής της επτάχρονης δικτατορίας των συνταγματαρχών.

Στις 13 Δεκεμβρίου 1967 ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Β’, αποπειράθηκε να ανατρέψει τη χούντα, αλλά απέτυχε. Μερικούς μήνες νωρίτερα, είχε αναγκαστεί να ορκίσει την κυβέρνησή τους. Μέχρι το τέλος υπερασπιζόταν την απόφασή του αυτή. Κάποτε είχε απαντήσει σε ερώτηση για το αν σήμερα θα έκανε το ίδιο. «Οπωσδήποτε θα την όρκιζα, οπωσδήποτε δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, διότι μην ξεχνάτε ότι βρισκόμαστε στο άγνωστο και όταν λέω άγνωστο εννοώ ότι κανένας δεν είχε εξουσία εκείνη τη στιγμή, ο μόνος που είχε εξουσία εάν ήθελε να την ασκήσει ήμουν εγώ, αλλά και ποιος με άκουγε εκείνη τη στιγμή, ήταν πολύ περίεργη η κατάσταση, αλλά θα την όρκιζα την κυβέρνηση».

Με το δημοψήφισμα του 1974 οι πολίτες επέλεξαν με ποσοστό 69,2% την κατάργηση της μοναρχίας. Παρέμεινε στο εξωτερικό και επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 1981 και αυτό για να παρακολουθήσει τη νεκρώσιμη ακολουθία στην κηδεία της μητέρας του Φρειδερίκης.

Για πολλά χρόνια, τουλάχιστον μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980, δεν κυκλοφορούσε καμία είδηση ή ακόμα και φωτογραφία του στη χώρα. Η ιδιωτική τηλεόραση και τα περιοδικά σιγά σιγά επανέφεραν τους Γλύξμπουργκ και τα πεπραγμένα τους, με σχετικά αφιερώματα και δημοσιεύματα.

Το 1992 ο Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ σύναψε συμφωνία με την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, σύμφωνα με τη οποία εκχωρούσε το μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας του στην Ελλάδα σε ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα με αντάλλαγμα την απόδοση των παλαιών θερινών ανακτόρων του Τατοΐου και το δικαίωμα να κατέχει και να εξάγει έναν μεγάλο αριθμό κινητών περιουσιακών στοιχείων από τη χώρα.

Μεταφέρθηκε με κοντέινερ όλη η κινητή περιουσία που βρισκόταν στα παλαιά ανάκτορα Τατοΐου προκαλώντας την κατακραυγή της κοινής γνώμης. Πολλοί αντέδρασαν. Ένα χρόνο αργότερα, πραγματοποίησε την πρώτη μεγάλη επίσκεψη στην Ελλάδα. Κάμερες τον ακολουθούσαν κατά πόδας. Εξαιτίας των αντιδράσεων, του ζητήθηκε να αποχωρήσει. Το 1994 η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, που είχε στο μεταξύ επανέλθει στην εξουσία, ακύρωσε τη συμφωνία του 1992 και αφαίρεσε από τον Κωνσταντίνο την ιδιοκτησία του στην Ελλάδα και την ελληνική ιθαγένεια. Ήταν η χρονιά που στο Λονδίνο τελέστηκε ο γάμος του πρωτότοκου γιού του Παύλου με τη Μαρί Σαντάλ.

Στις 21 Οκτωβρίου του 1994 ο Κωνσταντίνος, τέως βασιλιάς, κατέθεσε μαζί με άλλα οκτώ μέλη της οικογένειας του προσφυγή κατά της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο ισχυριζόμενος ότι ο νόμος 2215/1994 παραβίαζε διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Το Νοέμβριο του 2000 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου καταδίκασε την Ελλάδα, ενώ στις 28 Νοεμβρίου 2002 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επιδίκασε 13,7 εκατ. ευρώ, τα οποία τελικά ο τέως έλαβε ως αποζημίωση από τη ΔΟΥ Αχαρνών τον Μάρτιο του 2003. Το ελληνικό κράτος κατέβαλε αυτό το ποσό, το οποίο και εξασφάλισε από τον προϋπολογισμό «φυσικών καταστροφών». Ο Κωνσταντίνος, στη συνέχεια, ανήγγειλε τη δημιουργία του Ιδρύματος «Άννα – Μαρία» ως φορέα διάθεσης της αποζημίωσής του σε φιλανθρωπικούς σκοπούς.

Οι αρχές του 2000 σηματοδοτούν μία νηνεμία και την επιστροφή του στην Ελλάδα. Αγοράζει το σπίτι στο Πόρτο Χέλι. Εκεί συγκεντρωνόταν η οικογένεια, έδιναν συνεντεύξεις, φιλοξενούσαν διάσημους καλεσμένους. Το 2015 εκδόθηκε η τρίτομη αυτοβιογραφία του με τίτλο «Βασιλεύς Κωνσταντίνος. Χωρίς Τίτλο». Η βίλα του στο Πόρτο Χέλι πάντως πουλήθηκε πρόσφατα σε Βούλγαρο επιχειρηματία. Είχε μετακομίσει με τη σύζυγό του σ’ ένα διαμέρισμα στο Κολωνάκι. Εκεί γιόρτασε τα τελευταία γενέθλιά του σε στενό οικογενειακό κύκλο.

Η υγεία του ήταν εξαιρετικά επιβαρημένη τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να αποσυρθεί από τη δημόσια ζωή. Το 2009 είχε υποβληθεί σε χειρουργείο για την καρδιά του. Το 2013 είχε ένα λιποθυμικό επεισόδιο και νοσηλεύτηκε ενώ ξαναβρέθηκε στο νοσοκομείο το 2016 με συμπτώματα εγκεφαλικού. Τον τελευταίο χρόνο είχε νοσηλευτεί αρκετές φορές. Η τελευταία φορά που είχε κάνει επίσημη εμφάνιση ήταν στον γάμο του γιου του Φίλιππου με τη Νίνα Φλορ τον Οκτώβριο του 2021. Ήταν καθηλωμένος σε αμαξίδιο, στο οποίο και παρέμεινε, όταν εθεάθη για τελευταία φορά με τη σύζυγό και τις αδελφές του στο κέντρο της Αθήνας στα μέσα Οκτωβρίου.

Μοιραστείτε την είδηση

Χρηστάλλα Κακαβελάκη

biskotto.gr