«Μάχη της Κρήτης – Σύμβολο Αντίστασης» | ομιλία Γιάννη Σκαλιδάκη
Ομιλία του Γιάννη Σκαλιδάκη, διδάσκοντα στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Κρήτηςστις εκδηλώσεις του Δήμου Χανίων για την επέτειο της Μάχης της Κρήτης, Νέα Χώρα 18 Μαΐου 2021
«Μάχη της Κρήτης – Σύμβολο Αντίστασης»,
Η Μάχη της Κρήτης είναι ένα διακριτό επεισόδιο στην ιστορία του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου για τη χώρα μας αλλά και στην πορεία του πολέμου πανευρωπαϊκά. Στην Ελλάδα σηματοδοτεί τόσο την ολοκλήρωση της κατοχής της χώρας από τον φασιστικό Άξονα όσο και την ταυτόχρονη έναρξη της λαϊκής Αντίστασης ενάντια στην κατοχή αυτή. Για την Ευρώπη, η Μάχη της Κρήτης, τοποθετείται ανάμεσα ανάμεσα στην κατάκτηση σχεδόν όλης της ηπείρου με χαρακτηριστική ευκολία από τις γερμανικές στρατιές και στην επικείμενη επίθεση στη Σοβιετική Ένωση, που θα μετέτρεπε τον πόλεμο αυτό σε μια σχεδιασμένη γενοκτονική επιχείρηση άνευ προηγουμένου.
Η γερμανική επίθεση στην Κρήτη στα τέλη Μαΐου 1941 αποτέλεσε ένα είδος εισαγωγής σε αυτήν την αλλαγή στο χαρακτήρα του πολέμου – η δε λαϊκή συμμετοχή στην υπεράσπιση του νησιού, προπομπός της λαϊκής ένοπλης αντίστασης. Για το λόγο αυτό, ο κρητικός λαός αντιμετωπίστηκε με ωμή βία κατά αμάχων και καταστροφές κατοικημένων τόπων, προεικονίζοντας τον «φυλετικό πόλεμο» που θα εξαπέλυε η Γερμανία λίγες εβδομάδες αργότερα.
Πριν την επικείμενη γερμανική επίθεση, η Κρήτη είχε μετατραπεί στο μοναδικό ελεύθερο ελληνικό έδαφος. Εδώ εγκαταστάθηκε ο βασιλιάς και η ελληνική κυβέρνηση. Η πρωθυπουργοποίηση του Εμμανουήλ Τσουδερού οφειλόταν και στην κρητική καταγωγή του, ώστε η κυβέρνηση και ο βασιλιάς να γίνουν αποδεκτοί από την κρητική κοινωνία που αντιστάθηκε στο δικτατορικό καθεστώς Μεταξά και ένιωθε ανησυχία και οργή για την τύχη των στρατευμένων παιδιών της στην 5η Μεραρχία Κρητών και του τόπου της.
Το Υπουργείο Στρατιωτικών ανέλαβε ο στρατηγός Μανώλης Τζανακάκης και ανακλήθηκαν στην ενεργό υπηρεσία οι εν Κρήτη απότακτοι δημοκρατικοί αξιωματικοί.
Την παραμονή της επίθεσης οι συμμαχικές δυνάμεις αριθμούσαν περίπου 32.200 άνδρες, 18.000 Βρετανούς, 6.500 Αυστραλούς και 7.700 Νεοζηλανδούς. Ήταν μια σημαντική δύναμη αριθμητικά, που έπρεπε όμως να διασπαρεί σε όλο σχεδόν το νησί, ενώ η εμπειρία και ο εξοπλισμός είχε έντονες διακυμάνσεις.
Από ελληνικής πλευράς, η φυσική άμυνα του νησιού, η ντόπια 5η Μεραρχία έλειπε στην κυρίως Ελλάδα και ουσιαστικά είχε πάψει να υφίσταται. Είχαν παραμείνει, υπό τη Στρατιωτική Διοίκηση Χανίων, το 44ο Σύνταγμα Πεζικού, ο 44ος Ουλαμός Πυροβολικού Συνοδείας, τα έμπεδα Τάγματα Χανίων, Ρεθύμνου και Ηρακλείου […] Το Μάρτιο αποβιβάστηκε στο Ρέθυμνο η Σχολή Οπλιτών Χωροφυλακής.
Επίσης τον Απρίλιο ήρθαν 8 τάγματα κυρίως νεοσυλλέκτων από Πελοπόννησο και μετονομάστηκαν σε συντάγματα Πεζικού με υποτυπώδη εκπαίδευση. Το ένα τρίτο ήταν άοπλοι και οι υπόλοιποι είχαν ελάχιστο οπλισμό και σοβαρή έλειψη πυρομαχικών.
Τέλος, έφτασε στις 29 Απριλίου στη δυτική Κρήτη η Σχολή Ευελπίδων, 17 αξιωματικοί και 300 ευέλπιδες με 20 οπλίτες. Μαζί με την ντόπια Χωροφυλακή και επίστρατους, η δύναμη αυτή ήταν περίπου 12.500 ένοπλοι.
Ο Χίτλερ εξέδωσε στις 25 Απριλίου την διαταγή 28 για την επιχείρηση «Ερμής». Υπεύθυνος της επιχείρησης οριζόταν ο Χέρμαν Γκέρινγκ, ανώτατος διοικητής της Λουφτβάφε. Οι γερμανικές δυνάμεις για την επιχείρηση αυτή ανερχόταν σε περισσότερους από 22.000 άνδρες, περίπου 8.000 άνδρες της 7ης μεραρχίας αλεξιπτωτιστών και 12.000 άνδρες της 5ης Ορεινής Μεραρχίας Κυνηγών υπό τον στρατηγό Julius Ringel, 1.370 αεροπλάνα (αναγνωριστικά, μεταγωγικά, βομβαρδιστικά και καταδιωκτικά) συν ανεμόπλανα και περίπου 60 επιταγμένα πλοία με συνοδεία ιταλικού στόλου.
Ένα ιταλικό σύνταγμα από τα Δωδεκάνησα θα αποβιβαζόταν στα ανατολικά της Κρήτης. Το κυριότερο βέβαια στοιχείο της ήταν η εκτεταμένη χρήση του σώματος των αλεξιπτωτιστών.
Από τα μέσα Μαΐου, η γερμανική αεροπορία άρχισε να βομβαρδίζει συστηματικά το νησί.
Τα Χανιά, η παλιά πόλη, η Νέα Χώρα υπέστησαν ανυπολόγιστες καταστροφές από τους ιταλικούς και κυρίως από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς. Στις 20 Μαΐου το πρωί ξεκίνησε η γερμανική επίθεση στον τομέα Χανίων, μια μοναδική επιχείρηση κατάληψης στόχου κυρίως με αερομεταφερόμενες δυνάμεις σε τέσσερα σημεία στους νομούς Χανίων, Ρεθύμνου και Ηρακλείου.
Η μάχη ήταν εξαρχής σφοδρή και οι Γερμανοί απέτυχαν να καταλάβουν τους στόχους τους εκτός από την εντέλει καθοριστική περιοχή γύρω από το αεροδρόμιο του Μάλεμε. Οι γερμανικές απώλειες την πρώτη αυτή ημέρα ήταν βαρύτατες με 1.830 καταγεγραμμένους νεκρούς, εκατοντάδες αγνοούμενους και τραυματίες που θα πέθαιναν τις επόμενες ημέρες. Το γερμανικό προγεφύρωμα στο Μάλεμε από την πρώτη ημέρα της μάχης θα συντελέσει στην αλλαγή της τροπής της μάχης. Όπως θυμόταν ένα μέλος της 5ης μεραρχίας που πολέμησε στην Πολωνία, τη Γαλλία, την Ελλάδα, τη Νορβηγία και την Τυνησία, «δώσαμε τις πιο σκληρές μάχες στην Κρήτη».
Οι σοβαρές απώλειες του βρετανικού στόλου ήταν ο αποφασιστικός παράγοντας για την εγκατάλειψη της μάχης από τους Βρετανούς. Τις ίδιες ημέρες η ελληνική κυβέρνηση έφευγε από το νησί. Οι μάχες κράτησαν μέχρι το τέλος του μήνα με πολλές ηρωικές στιγμές, όπως στον Γαλατά, και η υπεράσπιση του νησιού έπαψε μόνο όταν ήταν πλέον αδύνατη και οι συμμαχικές δυνάμεις άρχισαν να αποχωρούν από το νότο και το Ηράκλειο.
Υπολογίζεται ότι 16 με 17.000 στρατιώτες έγινε κατορθωτό να εκκενωθούν από την Κρήτη προς τη Βόρειο Αφρική σε μια δεύτερη «Δουνκέρκη» για τους Βρετανούς. Πολλοί Βρετανοί, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί δεν παραδόθηκαν και προτίμησαν να κρυφτούν όπου μπορούσαν με την υποστήριξη του πληθυσμού.
Για τους Γερμανούς, η λαϊκή συμμετοχή στη Μάχη της Κρήτης ήταν μια αιφνιδιαστική και άκρως επικίνδυνη εξέλιξη. Η πανταχού παρουσία ενόπλων πολιτών δημιουργούσε μία μη αναμενόμενη κατάσταση. Οι απώλειες που οι ένοπλοι προκαλούσαν στα στρατεύματα, ήταν ιδιαίτερα επώδυνες επειδή ήταν απρόσμενες και επειδή η φθορά πρώτης γραμμής στρατευμάτων από αυτοσχέδιους πολεμιστές, θεωρείτο, στην οικονομία του πολέμου, εξαιρετικά επαχθής εξέλιξη.
Και, ακόμα χειρότερα για τον Άξονα, η Μάχη της Κρήτης έβαλε με εμφατικό τρόπο στην εξίσωση του πολέμου τον λαϊκό παράγοντα και την μετέπειτα Αντίσταση που έμελλε να καθορίσει πολιτικά τόσο τον πόλεμο όσο και την ειρήνη.
Η Μάχη της Κρήτης έγινε σύμβολο της Αντίστασης εναντίον της ξένης κατοχής και της ναζιστικής ιδεολογίας αμέσως, εμπνέοντας τους φοιτητές Μανόλη Γλέζο και Απόστολο Σάντα να κατεβάσουν τη σβάστικα από τον Βράχο της Ακρόπολης τη νύχτα της 30ής προς 31 Μαΐου 1941.
Από την πρώτη στιγμή που πάτησαν το πόδι τους στη γη της Κρήτης, οι ναζί κατακτητές ξεκίνησαν τις μαζικές δολοφονίες αμάχων. Στα πολυάριθμα μνημεία που τιμούν σήμερα τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας, οι πρώτοι δολοφονημένοι άμαχοι έχουν ημερομηνία θανάτου τον Μαΐο του 1941. Τα πρώτα «αντίποινα» έγιναν κατά τη διάρκεια της μάχης και διάρκεσαν μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 1941 με περίπου 2.000 θύματα.
Φέτος τιμούμε την επέτειο 80 χρόνων από τη Μάχη της Κρήτης, ενός ύψιστης σημασίας γεγονότος τόσο για τη συμμετοχή της Ελλάδας ως κράτους στον πόλεμο κατά του Άξονα όσο και για τη συμμετοχή του ελληνικού λαού στην Αντίσταση κατά του ναζισμού και του φασισμού.
Τιμούμε τους αγώνες του ελληνικού στρατού και των συμμαχικών στρατευμάτων στη Μάχη της Κρήτης, τη λαϊκή συμμετοχή ενάντια στη φασιστική επίθεση, την Αντίσταση, οργανωμένη και αυθόρμητη, σε όλη τη διάρκεια της μακράς κατοχής του νησιού. Τιμούμε ακόμα το φρόνημα του κρητικού λαού στον αγώνα για επιβίωση με αξιοπρέπεια παρά τα σχέδια εξανδραποδισμού του από τη ναζιστική ιδεολογία και πρακτική που χώριζε τους ανθρώπους σε ανώτερους και κατώτερους, που εκμηδένιζε την αξία της ανθρώπινης ζωής.
Αναδεικνύουμε και εμβαθύνουμε στην ιστορία μας, αντιστεκόμαστε στις προσπάθειες παραχάραξής της και προσπαθούμε να αντλήσουμε συμπεράσματα για να αντιμετωπίσουμε τους κινδύνους που απειλούν τη δημοκρατία και την κοινωνία την ίδια.