«Ο λαβύρινθος του Πάνα» | προβολή ταινίας (σήμερα)
6 ακόμα ταινίες θα προβληθούν, στα πλαίσια του δεύτερου κύκλου προβολών του αφιερώματος στον πολυβραβευμένο Σύγχρονο Ισπανικό και Ισπανόφωνο Κινηματογράφο, από τον πολιτιστικό σύλλογο «Οι φίλοι των γραμμάτων και των τεχνών», σε συνδιοργάνωση με την Περιφέρεια Κρήτης – Περιφερειακή Ενότητα Χανίων.
Η έναρξη θα γίνει την Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2020 με την προβολή της ταινίας φαντασίας «Ο λαβύρινθος του Πάνα» (Ισπανία & Μεξικό, 2006, διάρκεια: 118΄) του Μεξικάνου δημιουργού Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, στο Πνευματικό Κέντερο Χανίων.
Την ταινία θα προλογίσει ο εκπαιδευτικός Δημήτρης Δαμασκηνός..
Λόγω αυξημένης προσέλευσης θα γίνουν δύο προβολές:
Α’ προβολή: 20.00μ.μ-22.00μ.μ.
Β΄προβολή: 22.00-24.00μ.μ.
ΣΥΝΟΨΗ:
Στην Ισπανία του 1944 η 10χρονη Οφηλία μετακομίζει με τη μητέρα της στο στρατιωτικό οχυρό του πατριού της, του λοχαγού Βιδάλ, ενώ ομάδες παρτιζάνων αντιστέκονται ακόμη στο φρανκικό καθεστώς. Η μικρή ανακαλύπτει ένα μικρό λαβύρινθο με φύλακα έναν μυθικό Πάνα, ο οποίος της αποκαλύπτει ότι είναι πριγκίπισσα.
Συνοπτικές πληροφορίες για την ταινία | |
Πρωτότυπος τίτλος | El Laberinto del Fauno |
Έτος παραγωγής | 2006 |
Είδος | Κοινωνικό δράμα |
Χώρα | Ισπανία & Μεξικό |
Γλώσσες | Ισπανικά |
Διάρκεια | 118΄ |
Σκηνοθεσία | Guillermo del Toro |
Σενάριο | Rafael Azcona, José Luis Cuerda, Manuel Rivas |
Ηθοποιοί | Ιβάνα Μπακέρο, Αριάντνα Γκιλ, Νταγκ Τζόουνς, Σέρζι Λόπεθ, Μαριμπέλ Βερδού, Άλεξ Ανγκούλο, Roger Casamajor, Φρεντερίκο Λούπι, Μανόλο Σόλο κ.α. |
Φωτογραφία | Γκιγιέρμο Ναβάρο |
Μουσική | Χαβιέ Ναβαρέτ |
Λίγες περισσότερες πληροφορίες για την ταινία
Βρισκόμαστε στην Ισπανία στα 1944, σε μια περίοδο σκοτεινή, λίγα χρόνια μετά το τέλος του εμφυλίου, όταν ο Φράνκο, με τη βοήθεια των Γερμανών και των Ιταλών φασιστών, κατάφερε να υπερισχύσει. Η Οφηλία (μια πολύ γλυκιά Ιβάνα Μπακέρο), ένα μικρό κοριτσάκι, φτάνει με την έγκυο μητέρα της, Κάρμεν (Αριάδνη Γκιλ) στο σπίτι του νέου της συζύγου, του εγωιστή και σαδιστή Βιντάλ (Σέρζι Λοπέζ), λοχαγού στο στρατό του Φράνκο, για να γεννήσει το παιδί της. Εκεί η Οφηλία, στην προσπάθειά της να ξεφύγει από τη σκληρή και απάνθρωπη πραγματικότητα (με το λοχαγό Βιντάλ να βασανίζει και να εκτελεί με κυνική αδιαφορία αθώους χωρικούς και αντάρτες), αναζητεί καταφύγιο σ’ ένα λαβύρινθο που ανακαλύπτει κοντά στο απομονωμένο σπίτι τους. Εκεί, ο κρυμμένος στο μαγικό βασίλειο του λαβυρίνθου Φαύνος, ένα ον, μισός άνθρωπος-μισός τράγος (ο Νταγκ Τζόουνς του «Hellboy»), της αποκαλύπτει πως αυτή είναι η χαμένη για αιώνες πριγκίπισσα, που εγκατέλειψε το υπόγειο βασίλειό της για τον κόσμο των ανθρώπων, όπου και πέθανε, και που τώρα την περιμένουν να επιστρέψει -μόνο που για να μπορέσει να γίνει αποδεκτή πρέπει να ξεπεράσει τρεις δύσκολες δοκιμασίες. Παράλληλα με την ιστορία της Οφηλίας, ο Ντελ Τόρο αφηγείται την ιστορία της υπηρέτριας Μερσέντες (Μαριμπέλ Βερντού) και του γιατρού (Αλεξ Ανγκούλο), δύο ανθρώπων που βοηθούν κρυφά τους εναπομείναντες αντάρτες.
Δύο διαφορετικοί κόσμοι που ο Ντελ Τόρο σκιτσάρει με έξοχες, εικαστικά πανέμορφες, με μια δόση σουρεαλισμού, εικόνες. Παράδειγμα οι σκηνές της διείσδυσης της Οφηλίας στο λαβύρινθο του Πάνα-φαύνου: με την Οφηλία, σαν καινούργια «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων», να σχεδιάζει με μια μαγική κιμωλία την πόρτα που της ανοίγει την είσοδο στο λαβύρινθο, όπου συναντά διάφορα φανταστικά όντα (όντα που μοιάζουν να βγήκαν από παραμύθια των αδερφών Γκριμ και άλλων συγγραφέων), που όμως δεν ανήκουν στην τρομακτική, φρικτή πραγματικότητα του αληθινού, έξω κόσμου -όπως το τέρας που είναι στην πραγματικότητα ο Βιντάλ.
Ο Ντελ Τόρο, όπως και στην ταινία του «Η ραχοκοκαλιά του διαβόλου», εστιάζει το ενδιαφέρον του στα παιδιά και τις τραυματικές εμπειρίες τους από τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Εμπειρίες που ο σκηνοθέτης αφηγείται με εξαιρετική μαεστρία μπολιάζοντας τη, συχνά πολύ έντονα, ρεαλιστική πλευρά της ταινίας του με ένα φανταστικό, σουρεαλιστικό υπόβαθρο, που αντλεί από παραμύθια, θρύλους και ιστορίες -όπως εκείνη της «Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων». Μόνο που η δική του «χώρα» δεν ανήκει στον κόσμο του όμορφου, παιδικού παραμυθιού του Λούις Κάρολ αλλά σ’ έναν κόσμο εφιαλτικό, κόσμο επικίνδυνων, υπαρκτών φαντασμάτων (συγγενικών με γνωστά σύγχρονα, υπαρκτά «φαντάσματα» που μας στοιχειώνουν), που αντλούν την έμπνευσή τους από τους «μαύρους πίνακες» του Γκόγια.