Πότισε με, μια σταλιά πολιτισμό…
Η 18η Απριλίου έχει ανακηρυχθεί Διεθνής Ημέρα Μουσείων από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM), και εορτάζεται, και στην Ελλάδα, προσφέροντας στο κοινό δωρεάν πρόσβαση σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους. Αποτελεί μια πρώτης τάξης ευκαιρία να επισκεφτούμε χώρους πολιτισμού, αλλά κυρίως να αναλογιστούμε ποια είναι η πραγματική σχέση μας με τον πολιτισμό.

Εικόνα 1 Η εγγραφή του Φρουρίου της Σπιναλόγκας στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς αναμένεται να συμβάλει στην ακόμη μεγαλύτερη προβολή του παγκοσμίως αλλά και να επιδράσει θετικά και να έχει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα για την τοπική κοινωνία, για την οποία το Φρούριο Σπιναλόγκας αποτελούσε ανέκαθεν σημείο αναφοράς.
Συχνά επικαλούμαστε τον πολιτισμό μας και ειδικά την ιστορία μας ως ένα μέσο αυτοπροσδιορισμού, αυτοεπιβεβαίωσης και ενίοτε αυτοικανοποίησης. Το παρελθόν μας ταυτίζεται σχεδόν πάντα με την αρχαιότητα, ή έστω τις ηρωικές στιγμές της σύγχρονης ιστορίας του ελληνικού έθνους, τίθεται όμως εν αμφιβόλω η ουσιαστική μας γνώση του παρελθόντος. Η επαφή μας με τον πολιτισμό του παρελθόντος είναι επιφανειακή, περιστασιακή, και δεν οδηγεί τον επισκέπτη, άρα και την κοινωνία, σε γόνιμα ερωτήματα.
Πρόσφατα δημοσιεύτηκε έρευνα του ΕΚΠΑ, η οποία δείχνει τάσεις που αναφέρονται με την ευρεία έννοια στο κράτος, και τον ρόλο της αγοράς πολιτιστικών προϊόντων. Από την έρευνα αυτή προκύπτει ότι 8 στους 10 νέους δεν επισκέφτηκαν εντός του έτους κανένα μουσείο ή πολιτιστικό χώρο. Οι απλοί αριθμοί προσωπικά δεν με εντυπωσιάζουν, αλλά το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι λόγοι για τους οποίους οι νέοι δεν συμμετέχουν σε πολιτιστικές δραστηριότητες. Στον κινηματογράφο και στο θέατρο φαίνεται πως καθοριστικός παράγοντας είναι το αντίτιμο του εισιτηρίου, ενώ σε πολιτιστικούς/μουσειακούς χώρους και αθλητικές δραστηριότητες η στάση προσδιορίζεται από την έλλειψη ενδιαφέροντος. Προφανώς, η έλλειψη αυτή ενδιαφέροντος δεν περιορίζεται στους νέους.
«Είμαστε το πιο ανιστόρητο έθνος του κόσμου» ισχυρίζεται η Μαριάννα Κορομηλά, καμία σχέση με την Ρούλα, και αναρωτιέμαι αν έχει δίκιο. «Κοκορευόμαστε ότι γνωρίζουμε την αρχαία ιστορία, θαυμάζουμε την κλασική εποχή και είμαστε ένας λαός που αν τολμήσει κάποιος να ψηλώσει λίγο παραπάνω, θέλουμε κατευθείαν να του κόψουμε το κεφάλι. Επιθυμούμε, κατά το λαϊκό, να «ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα», όπως είχε επαναλάβει ο Χριστόδουλος». Αυτός ο θαυμασμός του παρελθόντος προκύπτει κατά την γνώμη μου, όχι από την βαθιά γνώση και κατανόηση του πολιτισμού της κλασικής αρχαιότητας, την οποία ενσωμάτωσε στην πολιτισμικής της ταυτότητα η Δύση, αλλά από μία αίσθηση ναρκισσισμού, θεωρώντας ότι αντανακλά μέρος της σημερινής εικόνας του νεοέλληνα.
Η σημερινή μέρα θα μπορούσε να δώσει το έναυσμα για έναν οικογενειακό περίπατο, που τόσο έχει λείψει θαρρώ από την ελληνική οικογένεια τα τελευταία χρόνια, μία βόλτα με φίλους, ένα μοναχικό περίπατο μακριά από οθόνες, σε ανοιχτούς αρχαιολογικούς χώρους, ή σε μουσεία. Θα μπορούσε να γίνει το ερέθισμα για να σκεφτούμε ποιοι είμαστε, και ποιοι έζησαν εδώ στο παρελθόν, με την ελπίδα να διαμορφώσουμε ένα καλύτερο μέλλον.
