νέαπρωτοσέλιδο ΓΤέχνες & Πολιτισμός

Τζίμης Πανούσης | 4 χρόνια χωρίς τον ευαίσθητο και καυστικό «Νεοέλληνα»

Ο Τζίμης Πανούσης – «Τζιμάκος» για τους θαυμαστές του – υπήρξε πολύπλευρο καλλιτεχνικό ταλέντο, με βασικό του όπλο την εκτός ορίων σάτιρα. ;Hταν Έλληνας μουσικός, τραγουδοποιός, τραγουδιστής, σατιρικός κωμικός, ραδιοφωνικός παραγωγός και ηθοποιός. Ήταν γνωστός για την σάτιρα και τον καυστικό και αθυρόστομο στίχο του.

Γεννήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1954 από Μικρασιάτες πρόσφυγες γονείς – τον Θεόδωρο και τη Φωτεινή – στους Αμπελοκήπους της Αθήνας και μεγάλωσε στο Χολαργό. Το 1972, ο Τζίμης Πανούσης και ομάδα καλλιτεχνών στήνουν θεατρική ομάδα και φωνάζουν τον Γιάννη Χουβαρδά να κάνει μαθήματα. Το 1973 βρήκε από αγγελία δουλειά σε περιοδεύοντα θίασο. Πέρασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές γιατί τον απορρόφησαν οι καλλιτεχνικές του ανησυχίες. Στη συνέχεια εγκατέλειψε το θίασο για να δουλέψει ως υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα από την οποία παραιτήθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Μουσικά δήλωνε αυτοδίδακτος και έπαιζε λίγο απ’ όλα. Πρώτες προσπάθειες στο χώρο της μουσικής έγιναν με το σχήμα «Χαρούμενη Κουδουνίστρα», όταν ακόμα ήταν στο γυμνάσιο. Στο β΄ μισό της δεκαετίας του 1970 σχημάτισε το συγκρότημα Μουσικές Ταξιαρχίες, στο οποίο ανέλαβε τα φωνητικά, τους στίχους και τη μουσική και πλαισιώθηκε από τους Γιάννη Δρόλαπα (ηλεκτρική κιθάρα), Βαγγέλη Βέκιο (τύμπανα), Δημήτρη Δασκαλοθανάση (μπάσο) και Σπύρο Πάζιο (κιθάρα, synthesizer, έγχορδα), ενώ στη συνέχεια προστέθηκε στη σύνθεση του συγκροτήματος και ο Βαγγέλης Σβάρνας (σαξόφωνο).

Η πρώτη τους εμφάνιση σε κοινό έγινε το 1977 στο κλαμπ «Αρχιτεκτονική» επί της Πανεπιστημίου, ενώ η πρώτη τους δισκογραφική δουλειά είναι ο δίσκος Μουσικές Ταξιαρχίες που κυκλοφόρησε από τη MINOS-EMI το 1982. Νωρίτερα (το 1980) είχε κυκλοφορήσει μία ανεξάρτητη παραγωγή σε κασέτα, το «Disco Tsoutsouni».

Ακολούθησε το 1984 ο δίσκος Αν η Γιαγιά μου είχε Ρουλεμάν – μερικοί στίχοι του οποίου λογοκρίθηκαν – και το επόμενο έτος το Hard Core (ζωντανή ηχογράφηση). Νωρίτερα, το 1983, οι Μουσικές Ταξιαρχίες καμουφλάρονται κάτω από το όνομα Alamana’s Bridge (= Γέφυρα της Αλαμάνας) και συμμετέχουν στο δίσκο-συλλογή ελληνικού ροκ Made in Greece Vol.1, παρά τις αντιρρήσεις της τότε δισκογραφικής τους εταιρείας. Από τον επόμενο δίσκο «Κάγκελα Παντού» (1986) ο Πανούσης αποφάσισε να συνεχίσει μόνος του.

Σόλο Καριέρα

Στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 o Τζίμης Πανούσης ακολούθησε σόλο καριέρα, με εμφανίσεις σε μουσικές σκηνές, στο ραδιόφωνο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Από τις λιγοστές εμφανίσεις του στη μεγάλη οθόνη ξεχωρίζει η καλτ-ταινία του Νίκου Ζερβού «Ο Δράκουλας των Εξαρχείων» (1983).

Το 1987 κυκλοφορεί ο τελευταίος δίσκος από την MINOS-EMI «Χημεία και Τέρατα». Οι επόμενοι δύο δίσκοι «Δουλειές του Κεφαλιού» / The Greatest Kitsch Live! (1990) και «Ο Ρομπέν των Χαζών» (ζωντανή ηχογράφηση, 1992) κυκλοφορούν από την Music Box International, ενώ το “Vivere Pericolosamente” από την Warner το 1993. Η επόμενη δισκογραφική του δουλειά κυκλοφόρησε εφτά χρόνια μετά, το 2000, με τίτλο «Με Λένε Πόπη» (ζωντανή ηχογράφηση). Κυκλοφόρησε επίσης μαζί με το περιοδικό Μετρό το 2002 το ολιγόλεπτο CD «Δείγμα Δωρεάν» με ακυκλοφόρητα τραγούδια από τις τελευταίες παραστάσεις του.

Στις 20 Ιανουαρίου του 2009 κυκλοφόρησε ένα διπλό DVD με ζωντανή κινηματογράφηση της παράστασης “Της Πατρίδας μου η Σημαία“, που δόθηκε το 2008 στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο.

Την άνοιξη του 2015 οι Μουσικές Ταξιαρχίες επανενώθηκαν για μια σειρά εμφανίσεων στο Κύτταρο μετά από 30 χρόνια απουσίας.

Η καυστική του σάτιρα τον είχε οδηγήσει πολλές φορές στις αίθουσες των δικαστηρίων, ήδη από την εποχή των «Μουσικών Ταξιαρχιών». Ιστορία έγραψε η δικαστική διαμάχη του με τον Γιώργο Νταλάρα, που κράτησε επτά χρόνια (1997 – 2004).

Είχε έναν γιο τον Άρη (γεν. 1990) από τον πρώτο γάμο του με τη Λίλη Δασκαλοθανάση (γεννημένη ως Βασιλική Αχλαδιώτη), και μια κόρη τη Φωτεινή (γεν. 2009) από το δεύτερο γάμο του με τη σκηνοθέτιδα Αθηνά Αϊδίνη.

Αργά το βράδυ της 1ης Δεκεμβρίου 2017 αισθάνθηκε έντονη αδιαθεσία ενώ βρισκόταν στη σκηνή του «Κυττάρου» λίγο πριν το τέλος της παράστασής του «Όλοι οι χαζοί μπορούμε» και ενώ ερμήνευε το τραγούδι «Σουζάνα».

Διακομίσθηκε άμεσα στο νοσοκομείο Ελπίς όπου έγινε γνωστό πως είχε υποστεί κρίση κολπικής μαρμαρυγής. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 11 Δεκεμβρίου 2017 υπεβλήθη σε αγγειοπλαστική επέμβαση. Πέθανε σε ηλικία 63 ετών, στις 13 Ιανουαρίου 2018 όταν ευρισκόμενος στο σπίτι του υπέστη καρδιακή ανακοπή (έμφραγμα). Μεταφέρθηκε εσπευσμένα με ασθενοφόρο στον Ερυθρό Σταυρό, όπου παρά τις προσπάθειες ανάνηψης δεν επανήλθε.

Μοιραστείτε την είδηση

Χρηστάλλα Κακαβελάκη

biskotto.gr